Συναντώντας τυχαία στο Μουσείο Ακρόπολης μια μεγάλη κυρία που γεννήθηκε σχεδόν πριν έναν αιώνα στην Αθήνα, από την οποία δεν έφυγε ποτέ παρά μόνο για ταξίδια, η κουβέντα έφερε τις ερωτικές ιστορίες των Αθηναίων μιας άλλης εποχής..Έτσι μου διηγήθηκε πρώτα την αναφερόμενη στον τίτλο ιστορία (η οποία συνέβη το 1893) την οποία θυμάμαι πως μας την έλεγε και μια θεία που είχαμε.. της παλιάς Αθήνας κόρη..
Με έναυσμα αυτή την συνάντηση σκέφτηκα να παρουσιάσω από εδώ μια σειρά από τις πιο γνωστές ερωτικές ιστορίες της παλιάς Αθήνας.
Ακούγαμε πολλές φορές από τους μεγαλύτερους τη φράση "ο Μιμήκος και η Μαίρη στης Ακρόπολης τα μέρη", γελούσαμε χωρίς να γνωρίζουμε την προέλευσή της. Η φαντασία της πλειονότητας έπλαθε τους ρομαντικούς περιπάτους ενός όμορφου ερωτευμένου ζευγαριού.
Η Μαίρη Βέμπερ ήταν μια όμορφη Γερμανίδα παιδαγωγός στα Ανάκτορα και ο Μιχαήλ Μιμήκος ανθυπίατρος στο Α' Στρατιωτικό Νοσοκομείο στην περιοχή Μακρυγιάννη, εκεί που ήταν ο χώρος στον οποίο κάποια εποχή στεγάστηκε το Σύνταγμα της Χωροφυλακής.
Τους νέους αυτούς δεν άργησε να χτυπήσουν τα βέλη του έρωτα και έτσι οι βόλτες τους στην Ακρόπολη ήταν συχνές με αμοιβαίες εξομολογήσεις για την αγάπη τους.
Ήταν χειμώνας στο τέλος του Φλεβάρη του 1893, στις 27 για την ακρίβεια, όταν η Μαίρη ανέβηκε στον Ιερό Βράχο αφού ως τους πρόποδες έφτασε με ένα λαντό (άμαξα).Το φόρεμά της κεντημένο στο χέρι με άνθη την έκανε να μοιάζει με την βασίλισσα της άνοιξης που θα αγκάλιαζε στην φύση, που ερχόταν στην αθηναϊκή γη αφού ήδη τα πρώτα μπουμπούκια είχαν δειλά δειλά ξεπροβάλλει.
Τους νέους αυτούς δεν άργησε να χτυπήσουν τα βέλη του έρωτα και έτσι οι βόλτες τους στην Ακρόπολη ήταν συχνές με αμοιβαίες εξομολογήσεις για την αγάπη τους.
Ήταν χειμώνας στο τέλος του Φλεβάρη του 1893, στις 27 για την ακρίβεια, όταν η Μαίρη ανέβηκε στον Ιερό Βράχο αφού ως τους πρόποδες έφτασε με ένα λαντό (άμαξα).Το φόρεμά της κεντημένο στο χέρι με άνθη την έκανε να μοιάζει με την βασίλισσα της άνοιξης που θα αγκάλιαζε στην φύση, που ερχόταν στην αθηναϊκή γη αφού ήδη τα πρώτα μπουμπούκια είχαν δειλά δειλά ξεπροβάλλει.
Το σπίτι του Μιχαήλ ήταν προς το Θησείο και έτσι καθήμενη σε έναν βράχο που έβλεπε προς τα εκεί έκανε νεύματα με το ασημοκεντημένο μεταξωτό μαντήλι της ώστε να επικοινωνήσει με τον αγαπημένο της καθόσον για τρεις μέρες δεν είχε νέα του και η ανησυχία της κατέτρωγε τα φυλλοκάρδια.Το πιο ανησυχητικό δε, ήταν πως του είχε στείλει αρκετά γράμματα αλλά δεν είχε λάβει καμιά απάντηση.
Όλα είχαν συμβεί από την στιγμή που ο Μιμήκος αρρώστησε και προκειμένου να αναρρώσει είχε παραμείνει στην οικία του χωρίς να πάει στο νοσοκομείο και φυσικά χωρίς να λάβει καμιά ειδοποίηση για τα γράμματα της μεγάλης του αγαπημένης.Συγκεκριμένα στο τελευταίο γράμμα η Μαίρη του έγραφε πως την επόμενη μέρα στις 12 το μεσημέρι θα τον περίμενε στην Ακρόπολη και αν δεν πήγαινε αυτή θα έθετε τέρμα στην ζωή της...αφού χωρίς τον Μιμήκο της όλα έμοιαζαν σκοτεινά. Η Μαίρη για αρκετή ώρα κυμάτιζε το μαντήλι αλλά τίποτα ευοίωνο δεν έβλεπε.Έτσι κλείνοντας τα μάτια της έπεσε στο κενό και χτυπώντας το αλαβάστρινο κορμί της στα μάρμαρα η ψυχή της πετούσε για την αιωνιότητα ψιθυρίζοντας "Γιατί μ' εγκατέλειψες;"
Επικράτησε μεγάλη αναστάτωση από τους ξένους επισκέπτες που βρίσκονταν στον ιστορικό χώρο και με τη βοήθεια των φυλάκων μεταφέρθηκε στο Α στρατιωτικό νοσοκομείο, τον χώρο δηλαδή που υπηρετούσε ο νεαρός Ανθυπίατρος.Εκεί κατέφτασαν οι αρχοντοπούλες από τα ανάκτορα και αφού την στόλισαν με μενεξέδες, ντύνοντάς την κατά τα έθιμα νύφη την απέθεσαν σ' έναν θάλαμο που ονομαζόταν "θάλαμος του υπίατρου Σαρρή".
Ο Μιμήκος εκείνο το απόγευμα επανήλθε στον υπηρεσιακό του χώρο όπου και τον ενημέρωσαν για τα γράμματα τα οποία άρχισε να τα διαβάζει μέχρι που άκουσε κλάματα και σπαραγμούς από τον θάλαμο Σαρρή.Άμεσα ρώτησε τι συμβαίνει και στο άκουσμα της είδησης έτρεξε....σπαράζοντας για ώρες πάνω στο άψυχο κορμί της λατρεμένης του.Μαζί του δεν έμειναν μάτια από το προσωπικό και τους παρευρισκόμενους στο νοσοκομείου που να μην δακρύσουν..
Κάποια στιγμή ζήτησε την "σιωπή" και γονατίζοντας μπροστά στην Μαίρη ψιθύρισε ¨στου ορκίζομαι πως θα σε ακολουθήσω"...
Ο αδερφός του φοβήθηκε πως θα τηρήσει τον όρκο του και έτσι το βράδυ δεν τον άφησε μόνο παρά ξενύχτισε δίπλα του. Εκείνος όμως τον ξεγέλασε και κατάφερε εν ριπή οφθαλμού να τραβήξει το υπηρεσιακό του πιστόλι που το είχε κρύψει κάτω από το μαξιλάρι του.
Εννοείται πως όλη η Αθήνα για πάρα πολύ καιρό έκλαιγε τον Μιμήκο και την Μαίρη. Για κάποιον λόγο τους έθαψαν χωριστά αλλά οι φίλοι τους δεν μπορούσαν να δεχτούν κάτι τέτοιο οπότε το επόμενο βράδυ τους ξέθαψαν και τους έβαλαν μαζί.
Η τραγική εξέλιξη αυτού του ειδυλλίου που είχε όλα τα δεδομένα για να συνεχιστεί ως μια λαμπρή κοινή πορεία ζωής, προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση τότε στην κοινωνία της Αθήνας και αυξήθηκαν αλματωδώς τα περιστατικά αυτοκτονίας από νέους που λόγω ερωτικής απογοήτευσης ακολουθούσαν το παράδειγμα του Μιμήκου και της Μαίρης.
Σύντομα βέβαια η κατάσταση επανήλθε, η ιστορία έμεινε αξέχαστη....
αλλά ποτέ δεν πρέπει να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση!
Θα συνεχιστεί το αφιέρωμα στις ερωτικές ιστορίες της αθηναϊκής κοινωνίας μιας άλλης εποχής...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου