Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διήγημα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διήγημα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2023

Οι ουρανοί ευφραίνονταν.

 Οι ουρανοί ευφραίνονταν.

Πως περίμενε τούτες τις Άγιες μέρες, που μοσχοβολούσαν ζυμωτό ψωμί, καρύδια, μέλι , κανέλλα! Μέρες οι οποίες σηματοδοτούσαν την απαρχή ενός νέου τρόπου σκέψης γιατί όπως  έλεγε, "σε λίγες μέρες μαζί με τον Χριστούλη, γεννιόμαστε πάλι κι εμείς, η ψυχή μας καθαρίζει από τα αγκάθια και γεμίζει από τα ανθοπέταλα της αγάπης". 

Στο σπίτι έστρωνε τα απλάδια δηλαδή τα υφαντά χαλιά, με τα περίτεχνα σχέδια, όπου κυριαρχούσαν τα φούξια τριαντάφυλλα και μια παρέα από νεράιδες με μαγευτικά χρωματιστά φορέματα. Τα στολίδια από τα χρυσαφιά χαρτόνια, οι καμπανούλες, τα αγγελάκια, τα αστέρια, μαζί με τα λαμπιόνια στο χριστουγεννιάτικο δέντρο, που ήταν κορυφή από κυπαρισσάκι, αποτελούσαν μια ελπιδοφόρα ανάσα, την υποδοχή του Μεγάλου Γεγονότος, της Άγιας Νύχτας. Το αστέρι του δέντρου ήταν αγορασμένο από το Μινιόν, το μεγάλο κατάστημα της Αθήνας και το αποθήκευε κάθε χρόνο με μεγάλη προσοχή. Το ίδιο και η Φάτνη, στην οποία τοποθετούσε βαμβάκι και λίγα άχυρα, για να είναι ζεστά, συμβολίζοντας τη θαλπωρή της. Στο τραπέζι το βυσσινί βελουδένιο τραπεζομάντηλο, συμπλήρωνε την εορταστική διακόσμηση. 

Έβγαιναν οι καλές (οι επίσημες) πιατέλες, με τα χριστουγεννιάτικα σχήματα που είχε φέρει από την Αθήνα, όταν πήγαινε στον αγαπημένο της αδερφό, και γέμιζαν με κουραμπιέδες σε σχήμα μισοφέγγαρου που ήταν γεμάτοι από αμύγδαλο, καθώς και με δίπλες όπου το μέλι με την κανέλλα τις καθιστούσε σαν το πιο γλυκό όνειρο. Δίπλα ήταν ένας ασημένιος δίσκος με τριών ειδών λικεράκια και τα ποτηράκια τους, για να κερνάει τις γειτόνισσες που πέρναγαν. Τι ευωδίες Θεέ μου!!Όσο για το Χριστόψωμο, που φούρνιζε στον ξυλόφουρνο της αυλής; Άφησε σε όλους, όσους το είχαν δοκιμάσει, γεύση που δεν αλλοιώνουν οι δεκαετίες. 

Ετοίμαζε τα καλούδια για να είναι γιορτινό το τραπέζι μας, όπως έλεγε καθόσον μπορεί να μας χτυπήσει κανείς που δεν θα 'χει, την πόρτα. 

Πόσο θεάρεστη σκέψη μα και επιθυμία!!Να μοιραστεί, με κάποιον που δεν θα 'χει, χωρίς η ίδια να ζει με άνετη οικονομική κατάσταση. Κι όμως, σ' αυτά τα σπίτια ο Χριστός γεννιέται!! Ακόμη και σήμερα! Γεννιέται και μοιράζει αφειδώλευτα σταγόνες από θαύματα που πολλές φορές, δεν τα αντιλαμβανόμαστε διότι τα θεωρούμε δεδομένα.

Την παραμονή το πρωί αφού περίμενε τα παιδιά για να περάσουν να ψάλουν τα κάλαντα, πήγαινε στον κήπο και ετοίμαζε την ανθοδέσμη για το βάζο (ανθοδοχείο). Δίχως λουλούδια , δίχως τα κουκουνάρια που έβαψα ασημί και χρυσαφιά, δίχως λίγα κλαδιά μυρτιάς, πως;'Eτσι; Απόψε είναι η Άγια Νύχτα, απόψε θα καθίσουμε στην αναμμένη σόμπα και το καντήλι δεν θα το σβήσουμε, απόψε θα ακούσουμε τους Αγγέλους που θα ψάλουν:

Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει,

καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει.

Ἄγγελοι μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι.

Μάγοι δὲ μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι.

Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον,

ὁ πρὸ αἰώνων Θεός. 

Θα τραγουδήσουμε την Άγια Νύχτα, που τραγουδούν οι Χριστιανοί σ' όλο τον κόσμο και θα Του υποσχεθούμε ότι θα προσπαθούμε να ακολουθούμε τον δρόμο της αληθινής αγάπης , για την οποία Γεννήθηκε. Μια προσπάθεια, μια ταπεινή προσφορά, ένα μικρό αντιχάρισμα για τα αιώνια δώρα Του.

Σπάνια ήταν η εσωτερική πληρότητα που σεργιανούσε εκείνη η νυχτιά, μπροστά από την ξυλόσομπα με τις δυο γάτες, να κάθονται κουλουριασμένες στη φλοκάτη. Ο πατέρας μιλούσε για τα παιδικά του Χριστούγεννα, τότε που η φτώχεια δεν επέτρεπε τα μεγάλα όνειρα, αλλά οι άνθρωποι διέθεταν  τη μεγαλοψυχία την οποία στέρησε ο μετέπειτα πολιτισμός... Επίσης γνώριζε απίστευτες ιστοριούλες με Καλικάντζαρους, που προκαλούσαν γέλιο και τρόμο. Κυρίως όταν στο σημείο που παρουσίαζε τη μεγάλη τους σκανταλιά, πεταγόταν κάποια σπίθα απ' τα κούτσουρα, που δημιουργούσε άμεσα πανικό. Η μάνα δεν έπαυε εκτός από τις δικές της εμπειρίες, να αναφέρεται στα χριστουγεννιάτικα διηγήματα και τα παραμύθια, των γνωστών της λογοτεχνίας. "Το κοριτσάκι με τα σπίρτα", την "Ιστορία των Χριστουγέννων" του Κ. Ντίκενς, "Στο Κάστρο το Χριστό" του Αλ. Παπαδιαμάντη, "Την παραμονή των Χριστουγέννων" του Φ. Κόντογλου, το "Το Θείον Όραμα" από τον Καρκαβίτσα και άλλους λόγιους. Ταπεινή κι απλή, αλλά μεγαλειώδης σε συναισθήματα ήταν η ατμόσφαιρα μέσα στο μικρό σπίτι. Έξω, τα παραδεισένια άνθη, η λεμονιά, η πορτοκαλιά, η μανταρινιά δεν σταματούσαν να σκορπούν το άρωμά τους σε κάθε εποχή.

Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, άρχιζαν να αποκοιμιούνται στα σκαμνάκια και στις καρέκλες που κάθονταν κι έτσι πήγαιναν για ύπνο, διότι θα ακολουθούσε το χάραμα με τη Θεία Λειτουργία. Κατά τις πέντε το πρωί, οι ουρανοί (ο πληθυντικός δάνειο από τη λογοτεχνία, για έμφαση) να έμοιαζαν να ευφραίνονται από τη μελωδία των γλυκόλαλων καμπάνων, που θύμιζαν πως ο Χριστός γεννήθηκε κι όλοι μαζί στην εκκλησιά θα τιμήσουμε αυτό το σωτήριο γεγονός. Είχε διδάξει στα παιδιά να κοιτούν ψηλά. Έτσι και σε κάθε χριστουγεννιάτικο χάραμα, κοιτούσαν και θαρρείς πως το υπέρλαμπρο Αστέρι τους έκλεινε το μάτι, γεμάτο υποσχέσεις για όμορφη χρονιά.

Οι τηγανίτες κάθε χρόνο στέκονταν σε ένα μικρό ταψάκι στα κεραμίδια, διότι έπρεπε να γλυκαίνουμε τους Καλικάντζαρους, για να μην προλάβουν να κάνουν το κακό, στη γη. Άλλωστε αυτός ήταν ο σκοπός τους. Σκαρφίζονταν ότι μπορεί να φανταστεί ο ανθρώπινος νους. Είναι αλήθεια, ότι και οι άνθρωποι εκείνες τις ημέρες βολεύονταν, διότι τα λάθη και τα πάθη τους, τα απέδιδαν στα κακιασμένα αυτά Στοιχειά. Ήταν η καλύτερη δικαιολογία.

Η παραμονή της Πρωτοχρονιάς ήταν υπέροχη, με αστεία, με σχέδια για το άμεσο μέλλον, με γλυκίσματα στο πορτόνι, για την υποδοχή του Νέου Έτους. Όσο για ανήμερα, αποτελούσε μια μέρα πολύ χαρούμενη, καθόσον μπορούσαν όλοι να ασχοληθούν με ότι τους άρεσε, έτσι ώστε να ασχολούνται μ' αυτό όλο τον χρόνο.Πόσο αθώες συνήθειες, αγνή ομορφιά.

Όλες τις μέρες οι πιατέλες με τα παραδοσιακά γλυκά ήταν γεμάτες και τα εδέσματα ήταν εξαιρετικά διότι διέθεταν την αυθεντικότητα σε υλικά και τρόπο μαγειρικής. Ποιος να συγκρίνει το φαγητό στην ξυλόσομπα και το ψωμί, τα ψητά στον ξυλόφουρνο;

Για τα Θεοφάνεια, το σπίτι και η αυλή καθαρίζονταν πολύ καλά πάλι, διότι για τον αγιασμό πρέπει να είναι όλα πεντακάθαρα , με πρώτιστο την ψυχή μας, έλεγε..

Ο παπάς με την αγιαστούρα του, ήταν η ελπίδα για να φύγουν οι Καλικαντζαραίοι, όπως έλεγαν τότε. Έτσι για ακόμη μια φορά το έργο τους έμενε λειψό, αφού δεν είχαν προλάβει να το ολοκληρώσουν.

Την παραμονή, γύρω στα μεσάνυχτα , λέγανε ότι ανοίγουν οι ουρανοί κι όποια ευχή αν κάνουμε, θα πραγματοποιηθεί. Έτσι περιμέναμε με ανυπομονησία και εσωτερική γαλήνη, να δούμε τον ουράνιο οιωνό.

Με την εορτή του Άη Γιάννη, ολοκληρώνονταν ένας ακόμη εορταστικός κύκλος. Το δέντρο ξεστολίζονταν, τα χριστουγεννιάτικα έμπαιναν σε ένα κουτί και αποθηκεύονταν στην ντουλάπα για να περιμένουν..Η μεγαλύτερη ευχή που έλεγε ήταν "και του χρόνου πάλι όλοι με υγεία και χαρά (εννοούσε την εσωτερική ευφροσύνη που δεν σχετίζεται με τα πολλά υλικά αγαθά)". 

Στην ευχή τα παιδιά δεν έδιναν πολύ σημασία, γιατί η απώλεια δεν είχε τόσο μεγάλη διάσταση στη σκέψη και στην ψυχούλα τους. Η αθωότητα εκείνης της εποχής, που σήμερα έχει αλλοιωθεί αρκετά λόγω της επέμβασης του διαδικτύου στη ζωή, τα καθιστούσε όλα δεδομένα. 

Είναι οι έννοιες και οι καταστάσεις που αξιολογούμε μεγαλώνοντας, έτσι όπως έρχεται εκ του φυσιολογικού η συναισθηματική, νοηματική , η εξέλιξη του ανθρώπου γενικότερα.

Οι ουρανοί ευφραίνονται και θα ευφραίνονται όσο υπάρχουν ψυχές που πιστεύουν στη δύναμη που χαρίζουν, όσο υπάρχουν πρόσωπα που κάθε πρωί ευγνωμονούν, όσο υπάρχουν αυτοί που ξέρουν να πνίγουν τη στενοχώρια και να σκορπούν χαρά, όσο υπάρχουν άνθρωποι που μοιράζονται όχι από το περίσσευμα αλλά από το λίγο, απ' το υστέρημά τους.

Εύχομαι χαρούμενα Χριστούγεννα με όλα τα αγαθά που καλλιεργούν τον εσωτερικό μας κόσμο, διότι αυτός είναι η βάση, το κίνητρο για τις πράξεις και τα έργα μας.

Σοφία Δ. Αγραπίδη


Υ.Σ Οι φωτογραφίες προέρχονται από διαδικτυακή πηγή, χωρίς δικαιώματα.

Το κείμενο, παρουσιάζεται όπως προέκυψε, δίχως καμιά επιμέλεια ή διόρθωση. Δεν χρησιμοποιώ λογοτεχνικούς όρους , για τα γραφόμενά μου φίλοι μου, διότι βρίσκομαι στην αρχή ακόμη...κι ας έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που γράφω και δημοσιεύω. 

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2022

'Eνα μικρό διήγημα!


Ένα ηλιοβασίλεμα με αναμνήσεις Σμύρνης.

Ήταν άνοιξη, η πιο ανθοφόρα χρονική περίοδος του χρόνου, η εποχή που χαρακτηρίζεται από μυριάδες χρώματα κι αρώματα. Παραμονές του Πάσχα που τότε θα ερχόταν αργά, αρχές Μαγιού.Ο ήλιος χάιδευε με θαλπωρή τα στολισμένα κλαριά, απ' τα φυτά και τα δέντρα.Ένα γλυκό αεράκι έφερνε σ' αυλές και σε μπαλκόνια γεύσεις και μνήμες από τα αγαπημένα παιδικά χρόνια.

Σ' εκείνο το μπαλκόνι του νεοκλασικού που δέσποζε στην περιοχή των Εξαρχείων, όλοι οι αέρηδες  μοσχοβολούσαν απ'  την Αρχόντισσα της Ανατολής όπως την ονομάζουν οι λογοτέχνες, όπως έμεινε γνωστή τόσα χρόνια. Όταν ήταν έτοιμα τα καφεδάκια ακόμη και τώρα όπως εκεί...οι τρεις φιλενάδες έβρισκαν ευκαιρία να αναπολούν,  να οργανώνουν το ταξίδι, στον τόπο που γεννήθηκαν, στη γειτονιά που μεγάλωσαν. Ένα ταξίδι πριν κλείσουν τα μάτια τους -δεν ήταν πολύ μεγάλες αλλά η ανησυχία τους εύλογη- για να ξαναδούν, για να δείξουν στα παιδιά και στα εγγόνια τους, πού είχαν αφήσει να αιωρείται ένα μεγάλο μέρος από την ψυχή τους.
Είχαν γνωριστεί σ' έναν σύλλογο αλλά ένιωθαν πως κάτι παραπάνω από την κοινή πατρίδα, ήταν αυτό που τις ένωνε. Είναι ευλογία έλεγαν για το μέλλον κάθε ανθρώπου , να γνωρίζει τις ρίζες του, να μαθαίνει σωστά την ιστορία του από αυτούς που έζησαν τα γεγονότα κι όχι απ' τους άλλους που τα διαφοροποιούν για τους δικούς τους λόγους.Φυσούσαν οι ασπροκεντημένες κουρτίνες κι αυτές έβλεπαν τα γεμάτα  καλάθια με σύκα, σταφύλια, σταφίδες που έλεγαν ότι είχαν την καλύτερη φήμη στο εξωτερικό. 
 
Κάπου κάπου προχωρούσαν στις κοιλάδες και στου κάμπους, στις ροδιές, στις κερασιές, δοκίμαζαν τα πεπόνια του Κασσαμπά.Κανένας δεν μπορεί να φανταστεί πόσο έλαμπαν τα πρόσωπα αυτών των κυριών.Δεν της ενοχλούσε ο θόρυβος από τα αυτοκίνητα, τα απογεύματα ήταν αφιερωμένα στις μνήμες τους. Τον χειμώνα όταν έβρεχε και είχε βοριαδάκι η μάζωξη για τον καφέ γινόταν στο σαχνισί (κλειστός εξώστης) όπου ήταν διακοσμημένος με φωτογραφίες από τη Σμύρνη τους, με σοφρά, με ξυλόγλυπτο καναπέ κι ανάλογα καρεκλάκια, με υφαντά και χρυσοκεντημένα μαξιλάρια. 
 
Πολλές φορές ο ήλιος στο πέρασμά του για τη δύση, έστελνε τις ηλιαχτίδες από τους δυο φεγγίτες που ήταν στο κέντρο του σαλονιού, στο περίτεχνο εικονοστάσι και ταυτόχρονα γίνονταν ένα με τις ηλιαχτίδες απ' τα καφασωτά παράθυρα του κλειστού εξώστη. Ήταν εκείνες οι στιγμές που ο νους τους έφτανε στον Φραγκομαχαλά, έξω απ' την πόλη, προς τη θάλασσα, στην αρχοντική περιοχή.Έβλεπαν όλη την αφρόκρεμα του τόπου  να πηγαίνει στις θεατρικές αίθουσες με εμφάνιση της τελευταίας λέξης της μόδας.
Ατελείωτες οι συζητήσεις για το σταυροδρόμι λαών, θρησκειών, εμπορίου κτλπ.Πως να χωρέσει ο νους τους εκείνες τις ώρες, το κακό που άλλο κανείς δεν είδε;Πόσο εύκολο είναι να κατανοήσει κανείς το βρώμικο παιχνίδι των "μεγάλων" που πάντοτε το πληρώνει ο λαός;Πως να συνειδητοποιήσουν ότι όλα χάθηκαν, ότι γκρεμίστηκε η ζωή τους; Οι τρεις φίλες ήταν ενωμένες (κάτι που διαπίστωσαν σαράντα χρόνια μετά) με το εικόνισμα της Παναγιάς και ένα χρυσό σταυρό που μπόρεσαν να κρύψουν οι δικοί τους.
 Η Παναγιά η Βουρλιώτισσα ήταν το μυστικό που έκρυβε η καθεμιά,μέχρι που η αρρώστια χτύπησε την πόρτα μιας φτωχής οικογένειας στην περιοχή και τότε η μια είπε στην άλλη "θα κάνω αρτοκλασία με το όνομα του παιδιού και θα τάξω ..ξέρω εγώ.. τόσα χρόνια με φυλάει".Έτσι αποκαλύφθηκε ότι  η φιλία τους δένονταν από αυτόν τον ιερό κι ανεξίτηλο κρίκο.
Από τότε καλλιέργησαν το συναίσθημα της δοτικότητας που εξελίχθηκε σε μια σπάνια ικανότητα και οργανώθηκαν σε μια δύναμη που αποτέλεσε βάλσαμο για πολλούς βασανισμένους της πόλης αλλά και εκτός αυτής.Έτσι είχαν μεγαλώσει βέβαια, με τις μανάδες τους να αδειάζουν τα γεμάτα αμπάρια για όσους δεν είχαν, για το βοηθητικό προσωπικό. Όμως οι ταλαιπωρίες της προσφυγιάς, το νέο ξεκίνημα, ο θάνατος αργότερα τους είχαν παγώσει το μεγαλείο της φιλανθρωπίας, είχε βάλει φραγμούς στην αγάπη..αφού κυνηγημένοι έφυγαν, ως ξένους τους δέχτηκαν.

Σοφία Δ. Αγραπίδη

 

Υ.Σ Για όλα τα γραπτά μου στον ποιητικό ή πεζό λόγο, τα πνευματικά δικαιώματα είναι κατοχυρωμένα..

Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2022

Κοιτάζοντας τον χρυσοκεντημένο τσεβρέ.Διήγημα.

 Ήταν κρυμμένο χρόνια αυτό το κέντημα κι ήρθε μέσα απ' το όνειρο στο οποίο πέρασε το παρελθόν από μπροστά της σαν κινηματογραφική ταινία.

Τι αξία έχει ένας τσεβρές; Σκέφτηκε, πως θα αναρωτιόταν κάποιος ή κάποια που δεν γνώριζε. Τόσα και τόσα υπάρχουν στα καταστήματα, άσε τώρα που μέσω του διαδικτύου μπορείς να βρεις ένα σωρό, σε όποια τιμή θέλεις. Κουβέντες καθημερινές εκεί που λείπει το συναίσθημα, εκεί που δεν υπάρχουν οι κρίκοι της αλυσίδας του εσωτερικού κόσμου κι όλα μοιάζουν πεζά, ενίοτε κενά.

Πολλές φορές πίσω από ένα αντικείμενο ακόμη και ευτελούς αξίας, κρύβονται ιστορίες, γεγονότα, χαρές, πόνοι, δάκρυα, παραμύθια, που σημαδεύουν για πάντα το είναι μας, όλα αυτά τα άυλα που συνοδεύουν το επίγειο ταξίδι μας.

 

Αυτός ο τσεβρές με το χρυσό να κυριαρχεί, το κόκκινο και το πράσινο να ακολουθούν - θαρρείς πως ήταν βγαλμένα  απ' την παλέτα του Ελ Γκρέκο- ήταν ανεκτίμητης αξίας. Ήρθε ένα χειμωνιάτικο απογευματάκι - περίπου σαράντα τρία χρόνια από τότε που κεντήθηκε- όπου μια αναζήτηση τον έφερε στο φως. Η αλήθεια είναι ότι είχε προηγηθεί ένα σχετικό όνειρο από βραδύς. Η χαρά της στη θέα του ήταν απερίγραπτη γιατί νόμιζε πως σε κάποια μετακόμιση, σε μια αλλαγή είχε πεταχτεί με άλλα πράγματα. Τον κρατούσε στα χέρια της και τα μάτια γέμισαν, όπως το γκρίζο συννεφάκι ραντίζει δροσιά τις τριανταφυλλιές, τα γιούλια, τις γαρυφαλλιές.Ένα χαρούμενο μαζί και συγκινητικό συναίσθημα πλημμύρισε την ψυχή της. Άρχισαν  οι μνήμες  εκείνων των αλησμόνητων παιδικών χρόνων, με την αθωώτητα και τη μεγαλοσύνη των στιγμών να την ταξιδεύουν σε μια διαδρομή που αγάπησε όσο τίποτα άλλο, που της καθόρισε τις διαδρομές της ζωής.
Έφτιαξε ένα χαλαρωτικό τσάι από ροδοπέταλα και φρούτα του δάσους, κάθισε στον καναπέ για να δει αν χρειάζεται συντήρηση το νέο της (σαν νέο έμοιαζε) απόκτημα. Δεν πρόλαβε να διερευνήσει όλο το ύφασμα γιατί ...τα λουλούδια στην αυλή προμήνυαν την άνοιξη, τα μανουσάκια μοσχοβολούσαν μέχρι την άλλη γειτονιά, άσε τις πρασινάδες που είχαν γίνει ολόκληρο δέντρο, οι τριανταφυλλιές δεν είχαν σταματήσει να ανθίζουν και μπρος στα μαγευτικά χρώματα, στη βελουδένια υφή τους, τα αγκάθια ωχριούσαν. Άκουσε το σφύριγμα του τρένου, του οτομοτρίς όπως έλεγαν η γιαγιάδες οι οποίες σύμφωνα με αυτό έπαιρναν τα χάπια τους. Το τρένο είχε συγκεκριμένη ώρα που περνούσε και σε συνδυασμό με τη θέση του ήλιου γνώριζαν αν ήταν στην ώρα του ή αν είχε καθυστέρηση. Δεν έδιναν σημασία στα ρολόγια, δεν τα είχαν ανάγκη. Δεν ζούσαν μ' αυτό το απερίγραπτο άγχος της σημερινής εποχής που όλα υποτίθεται ότι εξελίσσονται αλλά ο άνθρωπος ταλαιπωρείται απίστευτα.Αυτό δείχνουν οι στατιστικές, αυτό οι ψυχιατρικές έρευνες.
Άλλαξε η μέρα, ξημέρωνε κάποια μεγάλη γιορτή με τις ευωδιές από τους κουραμπιέδες, τα παντεσπάνια, τη γιαουρτίνη, την καρυδόπιτα να μεθάει την ατμόσφαιρα, να ταξιδεύουν με τον νοτιά για να μείνουν ώρες,για να θυμίζουν τι σημαίνει γειτονιές με νοικοκυρές! Όσο για εκείνο το ζυμωτό ψωμί που άλλες γυναίκες έψηναν στον δικό τους ξυλόφουρνο κι άλλες πήγαιναν με την πινακωτή στον φούρνο κάτω απ' τις γραμμές, κανένα αρτοσκεύασμα δεν βρήκε που να του μοιάζει, ούτε από τους ακριβότερους φούρνους. Είδε τη μάνα της να ζυμώνει, να το τοποθετεί στην πινακωτή, να το σκεπάζει δίπλα στην ξυλόσομπα κι όταν πέρναγαν οι ώρες και φούσκωνε το φούρνιζε.Στο ξεφούρνισμα ήταν η αναπάντεχη χαρά που ένα μικρό καρβελάκι, το λεγόμενο κουτσουνάκι ήταν για εκείνη που το μοιραζόταν με την φίλη της, είναι η αγαπημένη της μορφή απ' τα παιδικά χρόνια με την οποία κάθε φορά που συναντιούνται αναφέρουν όλα αυτά που ο τσεβρές έφερε μπροστά της. Αφήστε το Πάσχα με τα κουλούρια, ο φούρναρης δεν σταμάταγε να ψήνει , οι λαμαρίνες πηγαινοέρχονταν. Οι νοικοκυρές τότε είχαν τα σπίτια ανοιχτά, κερνούσαν, ετοίμαζαν τα δέματα για τους συγγενείς στην Αθήνα, οπότε τι να έκαναν μια και δυο δόσεις από κουλούρια..
Κοιτούσε το κέντημα με τα δάκρυα πλέον να κυλούν, όχι από λύπη αλλά από αγάπη που πήρε πλουσιοπάροχα όταν εκείνη η γυναικεία παρουσία της δίδασκε πολλά για τη ζωή κι ας ήταν τόσο έντονα τα κινητικά προβλήματα από τα ρευματικά και τα αρθριτικά όπως έλεγαν τότε.Άγγιζε τις κλωστές και την έβλεπε, πάνω στο αναπηρικό καρότσι αργότερα, να κεντάει με τα χεράκια της παραμορφωμένα από το προαναφερόμενο πρόβλημα. Δεν σταματούσαν να δημιουργούν εκείνα τα ευλογημένα χεράκια. Πόσο μεγαλείο! Το μόνο που ζητούσε ήταν να πάει κάποιος να της αγοράσει τις κλωστές και πάντοτε κεντούσε, έπλεκε.
Πίνοντας το τσάι της, θυμήθηκε τα περιοδικά και τις εφημερίδες που της έδινε ο αδερφός της για να τα μεταφέρει στην αγαπημένη της μορφή, η οποία ήταν το καταφύγιο όταν η μάνα της δούλευε, για να έχει να διαβάσει, αφού αγαπούσε πολύ το διάβασμα κι ας είχε την κινητική ταλαιπωρία, ας είχε πόνους.Κάποια στιγμή, ένιωσε πως έπρεπε να σηκωθεί για να της δυναμώσει το ράδιο καθόσον έτσι ήταν ενημερωμένη, άκουγε τις εκπομπές οι οποίες είχαν ουσία, κρατούσαν αξιοπρεπή συντροφιά εκείνα τα χρόνια στους περισσότερους ανθρώπους, πολύ παραπάνω σε όσους δεν είχαν την δυνατότητα να κινηθούν. Το μικρό κορίτσι τότε, πήρε τρανά μαθήματα ζωής από αυτή τη γυναίκα η οποία αξιοποιούσε με τόσο εποικοδομητικό τρόπο τον χρόνο που είχε στο σπίτι, εξαιτίας της έλλειψης δυνατότητας να ζήσει όπως οι άλλοι που κινούσαν τα πόδια και τα χέρια τους άνετα.
Δεν σταμάτησε ποτέ να πιστεύει ότι οι αγαπημένοι μας που έφυγαν για την αιωνιότητα βρίσκουν έναν ξεχωριστό τρόπο να κάνουν αισθητή την παρουσία τους. Αστείο για πολλούς αλλά δεν την αγγίζουν καθόλου αυτές οι απόψεις. 
Ο χρυσοκεντημένος τσεβρές είναι ένας φωτεινός οιωνός, όπως κι άλλα που έρχονται δίχως να τα περιμένουμε, είναι τα μικρά πράγματα που δημιουργούν το όμορφο ταξίδι στο παρελθόν, που μοιάζουν με αναγέννηση λόγω της αστείρευτης ουράνιας πηγής χαράς και δύναμης στην οποία ανήκουν. Αποτελεί ευτυχία αυτό το ύφασμα που πάνω του η θεία Ρουμπίνη, έβαλε όλη της την τέχνη, που οι κλωστές έφευγαν (είπαμε, ταλαιπωρημένα χεράκια, για την ακρίβεια λίγο πριν την αγγύλωση, με έντονη δυσκαμψία) κι αυτή πείσμωνε να το τελειώνει και να γίνει ωραίο, καλό..
 
Από τότε κοιτάει την κεντημένη της ανακάλυψη που μάλλον είναι αποκάλυψη και χαίρεται σαν το μικρό παιδί που νιώθει ευτυχισμένο όταν τσαλαβουτάει στα νερά, σαν το μικρό χελιδόνι που κάνει το πρώτο του πέταγμα, σαν τις γάτες που χουζουρεύουν τον χειμώνα στον ήλιο, σαν τους σπουργίτες που μετά το χιόνι που τιτιβίζουν χαρωπά, δοξολογώντας τον Δημιουργό!









Υ.Σ Φωτογραφίες από την προσωπική μου συλλογή καθώς και από διαδικτυακή πηγή χωρίς καθόλου δικαιώματα.
Το παρόν όπως και όλα τα γραπτά δημιουργήματά μου , ποιητικά ή πεζά, έχουν κατοχυρωθεί πνευματικά.
Με σεβασμό
Σοφία Αγραπίδη

25η Μαρτίου 2024.Όμιλος Φιλίππων Ανδραβίδας "Ο Σπάρτακος".

  Όπως γνωρίζουν οι φίλοι μου, αυτός εδώ ο ιστότοπος αποτελεί για πολλά θέματα, αρχείο. Έτσι συμβαίνει και με τις δραστηριότητες του Ομίλου ...