Κυριακή 30 Απριλίου 2023

Περπατώντας στους μαγιάτικους λειμώνες.Πρωτομαγιά και ποίηση.

 Ανθοφόρα μαγιάτικα μονοπάτια από την Κύπρο,την Αρκαδία, την Ήπειρο , το Τορόντο και η ποίηση της πονεμένης Πρωτομαγιάς!

 Κώστας Βάρναλης

Πρωτομαγιά του 1944

Πέσε στα γόνατα, προσκύνα το πανάγιο χώμα
με την ψυχή κατάκορφα στον ουρανό υψωμένη,
όποιος και να σαι, όθε και να σαι κι ό,τι — άνθρωπος να σαι!
Πιότερο, αν είσαι του λαού ξωμάχος, χερομάχος,
φτωχόπαιδο, που αθέλητα σε βάλαν να καρφώσεις
τον αδερφό σου αντίκρα σου — με μάνα εσύ και κείνος!
Ετούτ’ η μάντρ’ αγνάντια σου το σύνορο του κόσμου.
Σ’ αφτήν απάνου βρόντηξεν ο Διγενής το Χάρο.
Είτανε πρώτη του Μαγιού, φως όλα μέσα κ’ έξω
(έξω τα χρυσολούλουδα και μέσα η καλωσύνη)
που αράδειασε πα στο σοβά, πιστάγκωνα δεμένους

και θέρισε με μπαταριές οχτρός ελληνομάχος,
όχι έναν, όχι δυο και τρεις, διακόσια παληκάρια.
Δεν ήρθαν μελλοθάνατοι με κλάμα και λαχτάρα,
μόν’ ήρθανε μελλόγαμπροι με χορό και τραγούδι.
Και πρώτος άρχος του χορού, δυο μπόγια πάνου απ’ όλους
κι από το Χάρο τρεις φορές πιο πάνου ο Ναπολέος.
Κ’ είναι από τότες Μάης εδώ, φως όλα μέσα κ’ έξω.
Κόλλα τ’ αφτί και την καρδιά στο ματωμένο χώμα.
Στον Κάτου Κόσμο τραγουδάνε πάντα και χορεύουν
κι αν κάπου ανάκουστος καημός θολώνει τη λαλιά τους,
δεν είναι που τη μάνα τους τη μάβρη ανανογιούνται
παρά που τους προδώσαν απορίματα δικά μας.
Κι αν πέσανε για το λαό, νικήσαν οι προδότες,
που τώρα εδώ κατάχρυσοι περνούν και μαγαρίζουν,
και τώρα πιο τους μάχονται και τους ξανασκοτώνουν!
Σιχαίνεσαι τους ζωντανούς; Μην κλαις τους σκοτωμένους!
Απ’ τα ιερά τους κόκκαλα, πρώτη του Μάη και πάλι,
θα ξεπηδήσει ο καθαρμός κ’ η λεφτεριά του ανθρώπου.
Κ’ είναι χιλιάδες στην Ελλάδα όμοιοι Πανάγιοι Τάφοι.

 Νίκος Γκάτσος

Ποιητική συλλογή Ξένα 2001

Παράξενη πρωτομαγιά
μ’ αγκάθια πλέκουν σήμερα στεφάνια
ηρθ’ ο καιρός του «έχε γεια»
τι να την κάνεις πια την περηφάνια.

Στα δυο σου μάτια τα χρυσαφιά
σκοτάδι πέφτει και συννεφιά
ποιες μπόρες φέρνεις και ποιες βροχές
σε κουρασμένες νεκρές ψυχές

Παράξενη πρωτομαγιά
ο ήλιος καίει το πέλαγο στη δύση
μα της καρδιάς την πυρκαγιά
πού θα βρεθεί ποτάμι να την σβήσει.

Πρωτομαγιά
με το σουγιά
χαράξαν το φεγγίτη
και μια βραδιά
σαν τα θεριά
σε πήραν απ’ το σπίτι.

Κι ένα πρωί σε μια γωνιά στην Κοκκινιά
είδα το μπόγια να περνά και το φονιά
γύρευα χρόνια μες στον κόσμο να τον βρω
μα περπατούσε με το χάρο στο πλευρό.

Νυν και αεί
μες στη ζωή
σε είχα αραξοβόλι
μα μιαν αυγή
στη μαύρη γη
σε σώριασε το βόλι.

Κι ένα πρωί σε μια γωνιά στην Κοκκινιά
είδα το μπόγια το ληστή και το φονιά
του `χανε δέσει στο λαιμό του μια τριχιά
και του πατάγαν το κεφάλι σαν οχιά.


Γιάννης Ρίτσος

Επιτάφιος (αποσπάσματα)

(Θεσσαλονίκη. Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσίς του δρόμου,
μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της,
βουΐζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών — των απερ-
γών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της):

I

Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,
πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου,

Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίω
και δε σαλεύεις, δε γροικάς τα που πικρά σου λέω;

Γιόκα μου, εσύ που γιάτρευες κάθε παράπονό μου,
που μάντευες τί πέρναγε κάτου απ’ το τσίνορό μου,

Τώρα δε με παρηγοράς και δε μου βγάζεις άχνα
και δε μαντεύεις τις πληγές που τρώνε μου τα σπλάχνα;

Πουλί μου, εσύ που μου ’φερνες νεράκι στην παλάμη
πώς δε θωρείς που δέρνουμαι και τρέμω σαν καλάμι;

Στη στράτα εδώ καταμεσίς τ’ άσπρα μαλλιά μου λύνω
και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.

Φιλώ το παγωμένο σου χειλάκι που σωπαίνει
κ’ είναι σα να μου θύμωσε και σφαλιγμένο μένει.

Δε μου μιλείς κ’ η δόλια εγώ τον κόρφο, δες, ανοίγω
και στα βυζιά που βύζαξες τα νύχια, γιε μου, μπήγω.

II

Κορώνα μου, αντιστύλι μου, χαρά των γερατειώ μου,
ήλιε της βαρυχειμωνιάς, λιγνοκυπάρισσό μου,

Πώς μ’ άφησες να σέρνουμαι και να πονώ μονάχη
χωρίς γουλιά, σταλιά νερό και φως κι ανθό κι αστάχυ;

Με τα ματάκια σου έβλεπα της ζωής κάθε λουλούδι,
με τα χειλάκια σου έλεγα τ’ αυγερινό τραγούδι.

Με τα χεράκια σου τα δυο, τα χιλιοχαϊδεμένα,
όλη τη γης αγκάλιαζα κι όλ’ είτανε για μένα.

Νιότη απ’ τη νιότη σου έπαιρνα κι ακόμη αχνογελούσα,
τα γερατειά δεν τρόμαζα, το θάνατο αψηφούσα.

Και τώρα πού θα κρατηθώ, πού θα σταθώ, πού θα ’μπω,
που απόμεινα ξερό δεντρί σε χιονισμένο κάμπο;

Γιε μου, αν δε σου ’ναι βολετό να ’ρθεις ξανά σιμά μου,
πάρε μαζί σου εμένανε, γλυκειά μου συντροφιά μου.

Κι αν είν’ τα πόδια μου λιγνά, μπορώ να πορπατήσω
κι αν κουραστείς, στον κόρφο μου, γλυκά θα σε κρατήσω.

III

Μαλλιά σγουρά που πάνω τους τα δάχτυλα περνούσα
τις νύχτες που κοιμόσουνα και πλάι σου ξαγρυπνούσα,

Φρύδι μου, γαϊτανόφρυδο και κοντυλογραμμένο,
—καμάρα που το βλέμμα μου κούρνιαζε αναπαμένο,

Μάτια γλαρά που μέσα τους αντίφεγγαν τα μάκρη
πρωινού ουρανού, και πάσκιζα μην τα θαμπώσει δάκρυ,

Χείλι μου μοσκομύριστο που ως λάλαγες ανθίζαν
λιθάρια και ξερόδεντρα κι αηδόνια φτερουγίζαν,

Στήθεια πλατιά σαν τα στρωτά φτερούγια της τρυγόνας
που πάνωθέ τους κόπαζε κ’ η πίκρα μου κι ο αγώνας,

Μπούτια γερά σαν πέρδικες κλειστές στα παντελόνια
που οι κόρες τα καμάρωναν το δείλι απ’ τα μπαλκόνια,

Και γω, μη μου βασκάνουνε, λεβέντη μου, τέτοιο άντρα,
σου κρέμαγα το φυλαχτό με τη γαλάζια χάντρα,

Μυριόρριζο, μυριόφυλλο κ’ ευωδιαστό μου δάσο,
πώς να πιστέψω η άμοιρη πως μπόραε να σε χάσω;

ΙV

Γιε μου, ποια Μοίρα στο ’γραφε και ποια μου το ’χε γράψει
τέτοιον καημό, τέτοια φωτιά στα στήθεια μου ν’ ανάψει;

Πουρνό-πουρνό μου ξύπνησες, μου πλύθηκες, μου ελούστης
πριχού σημάνει την αυγή μακριά ο καμπανοκρούστης.

Κοίταες μην έφεξε συχνά-πυκνά απ’ το παραθύρι
και βιάζοσουν σα να ’τανε να πας σε πανηγύρι.

Είχες τα μάτια σκοτεινά, σφιγμένο το σαγόνι
κ’ είσουν στην τόλμη σου γλυκός, ταύρος μαζί κι αηδόνι.

Και γω η φτωχειά κ’ η ανέμελη και γω η τρελλή κ’ η σκύλα,
σου ’ψηνα το φασκόμηλο κι αχνή η ματιά μου εφίλα

Μια-μια τις χάρες σου, καλέ, και το λαμπρό σου θώρι
κι αγάλλομουν και γέλαγα σαν τρυφερούλα κόρη.

Κι ουδέ κακόβαλα στιγμή κι ουδ’ έτρεξα ξοπίσω
τα στήθεια μου να βάλω μπρος τα βόλια να κρατήσω.

Κ’ έφτασ’ αργά κι, ω, που ποτές μην έφτανε τέτοια ώρα
κι, ω, κάλλιο να γκρεμίζονταν στο καύκαλό μου η χώρα.

V

Σήκω, γλυκέ μου, αργήσαμε· ψηλώνει ο ήλιος· έλα,
και το φαγάκι σου έρημο θα κρύωσε στην πιατέλα.

Η μπλε σου η μπλούζα της δουλειάς στην πόρτα κρεμασμένη
θα καρτεράει τη σάρκα σου τη μαρμαρογλυμμένη.

Θα καρτεράει το κρύο νερό το δροσερό σου στόμα,
θα καρτεράει τα χνώτα σου το ασβεστωμένο δώμα.

Θα καρτεράει κ’ η γάτα μας στα πόδια σου να παίξει
κι ο ήλιος αργός θα καρτερά στα μάτια σου να φέξει.

Θα καρτεράει κ’ η ρούγα μας τ’ αδρό περπάτημά σου
κ’ οι γρίλιες οι μισάνοιχτες τ’ αηδονολάλημά σου.

Και τα συντρόφια σου, καλέ, που τις βραδιές ερχόνταν
και λέαν και λέαν κι απ’ τα ίδια τους τα λόγια εφλογιζόνταν

Και μπάζανε στο σπίτι μας το φως, την πλάση ακέρια,
παιδί μου, θα σε καρτεράν να κάνετε νυχτέρια.

Και γω θα καρτεράω σκυφτή βραδί και μεσημέρι
να ’ρθεί ο καλός μου, ο θάνατος, κοντά σου να με φέρει.

[...]

ΙΧ

Ω, Παναγιά μου, αν είσουνα, καθώς εγώ, μητέρα,
βοήθεια στο γιο μου θα ’στελνες τον άγγελο από πέρα.

Κι, αχ, Θε μου, Θε μου, αν είσουν Θεός κι αν είμασταν παιδιά σου
θα πόναγες, καθώς εγώ, τα δόλια πλάσματά σου.

Κι αν είσουν δίκαιος, δίκαια θα μοίραζες την πλάση,
κάθε πουλί, κάθε παιδί να φάει και να χορτάσει.

Γιε μου, καλέ μου τα ’λεγε το γνωστικό σου αχείλι
κάθε φορά που ορμήνευε, κάθε φορά που εμίλει:

Εμείς ταγίζουμε τη ζωή στο χέρι: περιστέρι,
κ’ εμείς ούτ’ ένα ψίχουλο δεν έχουμε στο χέρι.

Εμείς κρατάμε όλη τη γης μες στ’ αργασμένα μπράτσα
και σκιάχτρα στέκουνται οι Θεοί κι αφέντη έχουνε φάτσα.

Αχ, γιε μου, πια δε μου ’μεινε καμιά χαρά και πίστη,
και το χλωμό και το στερνό καντήλι μας εσβήστη.

Και, τώρα, επά σε ποια φωτιά τα χέρια μου θ’ ανοίγω,
τα παγωμένα χέρια μου ναν τα ζεστάνω λίγο;

Πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Ποιήματα 1930-1942, τ. Α΄, Κέδρος, Αθήνα 1979 (12η έκδ.), 

σ. 163-166 & 171























Εγκάρδιες ευχές για έναν μήνα που θα επουλώσει τραύματα και θα ανοίξει αγκαλιές για καλύτερες μέρες!!


Στεφάνι οικίας 2023. 

Υ.Σ Οι ευχαριστίες μου προς τις αγαπημένες μου φίλες Αντωνία, Δήμητρα, Ελένη, Πόπη για το υπέροχο υλικό, είναι δεδομένες και παντοτινές!!

Τρίτη 25 Απριλίου 2023

ΌΜΙΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΩΝ ΑΝΔΡΑΒΙΔΑΣ "Ο ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ",τρόπος λειτουργίας!

Πολλοί φίλιπποι και κάποιοι φορείς από την Ελλάδα και άλλες χώρες, εκδηλώνουν μέσω επικοινωνίας μαζί μου , τη γνωριμία με τον Όμιλο.

Παραθέτω κάποια βασικά χαρακτηριστικά προσθέτοντας και το πολύ σημαντικό ανθρωπιστικό εθελοντικό έργο που κάνουμε. 

Επίσης στη σελίδα του Ο.Φ.Α.Σ την οποία διαχειρίζομαι , υπάρχουν πολλές φωτογραφίες από την πορεία μας. Στο παρόν ακολουθούν κάποιες δίχως επιλογή, απλά όπως τις άντλησα από το αρχείο μου.





 

Ο τρόπος λειτουργίας του Ομίλου (στοιχεία) δίχως καμιά αμφισβήτηση!!

Με την ευκαιρία του ενδιαφέροντος που εκδηλώνουν φίλιπποι από την Ελλάδα αλλά και εκτός αυτής για  γνωριμία με τον Όμιλο, ακολουθεί περιληπτικά το έργο μας που αποδεικνύεται ανά πάσα ώρα και στιγμή μέσω επίσημων στοιχείων κι όχι λόγων..


1) Τα  ιδρυτικά μέλη του Ομίλου μας αποτελούν τα ιδρυτικά μέλη της γενικότερης ιππικής δραστηριότητας της Ανδραβίδας που έχει περάσει τα είκοσι χρόνια (μεταξύ αυτών από το 2000 και ο αδερφός μου όταν μετά από απουσία κάποιων χρόνων, επέστρεψε στη γενέτειρα).


2) Ο Όμιλος ασχολείται αποκλειστικά με τους σκοπούς του, ανιδιοτελώς και με προσωπική θυσία σχεδόν όλων μας. Με σεβασμό στους προγόνους μας, μεταλαμπαδεύουμε την αγάπη για τα άλογα στις νέες γενιές καθώς επίσης ταξιδεύουμε την ιππική ιστορία της πόλης μας όπου μπορούμε, μέσω διά ζώσης και διαδικτυακών εκδηλώσεων.


3) Το έργο μας μέσω της ενεργής παρουσίας μας είναι γνωστό όλο ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ και όχι μόνο στην ετήσια εκδήλωσή μας τη "ΣΠΑΡΤΑΚΙΑΔΑ". 


3α) Στα οκτώ περίπου χρόνια παρουσία μας σαν Όμιλος Φιλίππων Ανδραβίδας "Ο Σπάρτακος"  έχουμε εκπροσωπήσει την Ανδραβίδα σε πάρα πολλές  εκδηλώσεις με κορυφαία τη Διεθνή Έκθεση που γίνεται στη Θεσσαλονίκη, τη  Zootechnia.


4) Διαχειριζόμαστε ένα ιππικό κέντρο, στο οποίο φιλοξενούμε (πάντα αφιλοκερδώς) κάθε χρόνο  τους φίλους που έρχονται να τιμήσουν την πόλη μας. Έχουμε φιλοξενήσει μαθητές σχολείων της περιοχής και του εξωτερικού καθώς και οικογένειες που έρχονται για να γνωρίσουν τη γενέτειρα. Η ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΕΙΑ αποτελεί ένα από τα θεμέλιά  μας.


5) Μέχρι το 2019 ασχολούμαστε δίχως τη βοήθεια κανενός άλλου προσώπου ή φορέα με την περιποίηση - καθαρισμό του Δημοτικού Ιππικού Κέντρου Ανδραβίδας προκειμένου να μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην Ιππική Έκθεση Ανδραβίδας, ένα δρώμενο που ανήκει στον Δήμο και ριζώνει εκατό περίπου χρόνια πριν.Κατά τη διάρκεια της Έκθεσης επίσης, φροντίζαμε τον στίβο δίχως και πάλι τη βοήθεια κανενός.


6) Φροντίζουμε για την πόλη μας με πράξεις, αγωνιζόμαστε για να την προστατεύουμε από διάφορες κακοήθειες εντός και εκτός...κατά καιρούς.


7) Ο τρόπος λειτουργίας μας είναι ο πλέον τυπικός και νόμιμος αφού βασίζεται στο επίσημο καταστατικό και στην εκάστοτε νομοθεσία. Πραγματοποιούμε διοικητικά συμβούλια, εκλογική διαδικασία, επίσημη εγγραφή μελών τα οποία μπορούν να έχουν ρόλους και συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία όπως προβλέπεται από το καταστατικό μας (όχι άμεσα ούτε σύμφωνα με τις ανάγκες της στιγμής) κι όλα όσα χαρακτηρίζουν έναν σοβαρό φορέα.

8) Έχουμε αναπτύξει ανθρωπιστικό έργο με τη βοήθεια σε ατομικό επίπεδο προς συνανθρώπους που είχαν ανάγκη, σε φορείς για αγορά υγειονομικού μηχανήματος (ο μόνο σύλλογος από τη γενέτειρα), με προσφορά σε φορέα προστασίας παιδιών, με εθελοντική αιμοδοσία.

9) Κατά καιρούς συμμετέχουμε με την ανάλογη αντιπροσωπεία σε ιστορικές δράσεις με θέμα την ιππική τέχνη όπου προάγεται η Ανδραβίδα όπως της αξίζει αφού η σχέση της με τα άλογα συναντά τις ρίζες της στα Ομηρικά χρόνια.


10) Τέλος ασχολούμαστε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, με την πορεία μας πάντα για το καλό του τόπου μας, δίχως εμφανώς ή εκ της πλαγίας οδού να προσπαθούμε να εμποδίσουμε το έργο οποιουδήποτε άλλου ατόμου ή φορέα.


Υ.Σ Για οποιαδήποτε πληροφορία είμαστε στη διάθεση των φίλων, γνωστών αλλά και άγνωστων φιλίππων, όλοι που ανήκουμε στο Δ.Σ, καθώς και ο αδερφός μου ως Επίτιμος Πρόεδρος.


ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΑΙ ΘΑ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΣΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΕΙ ΑΠΟ ΑΤΟΜΑ ΕΚΤΟΣ ΟΜΙΛΟΥ ΚΑΙ ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΦΟΡΕΑ. Ο λόγος είναι ότι δεν μπορώ λόγω έλλειψης χρόνου,να ασχοληθώ με άλλα προφίλ ώστε να μπορώ να απαντήσω σε τυχόν σχόλια.

Σοφία Δ. Αγραπίδη

Στρκός Σ.Ξ - Συγγραφέας
Γραμματέας του Ο.Φ.Α.Σ

 




 






















Εύχομαι Χριστός Ανέστη και χρόνια πολλά σε όλους!

Εύχομαι να αγαπάμε όλοι αληθινά τον τόπο μας, να εργαζόμαστε και να αγωνιζόμαστε ο καθένας γι' αυτόν από το δικό του μετερίζι, με θεμέλια την ανιδιοτέλεια, την ομόνοια, τις ειλικρινείς συνεργασίες και όχι τα λόγια που σκορπούν με τον άνεμο!!

Μέσα από την εμπειρία μου και τη συνεργασία με αρκετούς φορείς και άτομα, πιστεύω ότι αν ο καθένας ακολουθεί τον δρόμο του με δουλειά και αξίες, δίχως να προσπαθεί να εμποδίσει τον δρόμο των άλλων προκειμένου να φανεί, τότε πραγματικά θα μπορεί να καμαρώνει για επιτυχία!

Θεσσαλονίκη,Μονή Βλατάδων.

Εικόνες από έναν πανέμορφο και πολύ αξιόλογο χώρο, έναν ακόμη πολιτισμικό και ιστορικό θησαυρό της χώρας μας.Τη Μονή Βλατάδων που πρόκειται ...