Κυριακή 21 Απριλίου 2019

Οι παπαρούνες δάκρυσαν. Διήγημα.






 Εκείνος ο Φλεβάρης στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 έμελλε να χαράξει μια διαδρομή ανείπωτης σωματικής ταλαιπωρίας για το στρουμπουλό αγοράκι που γεννήθηκε μεσημέρι στο Δημόσιο Μαιευτήριο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας.
Οι γονείς βλασφημούσαν την κακή τους μοίρα και στους συγγενείς έλεγαν πως το μωρό πέθανε στη γέννα. Προσπαθούσαν από την πρώτη στιγμή της μαύρης είδησης των ιατρών, να το διαγράψουν κι απ΄ την σκέψη τους.
 Παππούδες και γιαγιάδες δεν υπήρχαν, τα πρόσωπα δηλαδή που σύμφωνα με τα κοινωνικά δεδομένα θα έδειχναν ενδιαφέρον στο ζευγάρι, θα βρίσκονταν κοντά του στον τοκετό.O λόγος που το νέο μέλος αντί ευτυχία σκόρπισε τη δυστυχία ήταν ένα μικρό πρόβλημα υγείας στην καρδιά του, το οποίο σύμφωνα με τους γιατρούς ήθελε μια σειρά εξετάσεων και ίσως κάποια επέμβαση με βέβαιες πιθανότητες ίασης.
Την τρίτη ημέρα μπορούσαν να επιστρέψουν στο σπίτι τους με τις οδηγίες των ιατρών.
“Να σας ζήσει, θα είναι τυχερός, θα το δείτε, τους είπε η προϊσταμένη του τμήματος μια έμπειρη, γλυκύτατη γυναίκα.”Θα σας περιμένουμε πάλι σε επτά μέρες με το νέο μας φίλο είπε ο ειδικός ιατρός. Να μας τον προσέχετε. Ότι σας προκύψει ή ότι χρειαστείτε δεν θα διστάσετε να μας ενημερώσετε και να μας συμβουλευτείτε. Η μάνα κι ο πατέρας δυο νέοι είκοσι δύο και είκοσι έξι χρονών χαμογέλασαν πικραμένοι, χαιρέτισαν τον γιατρό, την προϊσταμένη, τους άλλους γονείς και με την υπόσχεση πως θα ακολουθήσουν πιστά τις οδηγίες τους εξήλθαν από το μαιευτήριο.
Η απόφασή τους ήταν κοινή από την πρώτη στιγμή αφού το πλάσμα που κρατούσαν στην αγκαλιά τους, τους κοιτούσε χαμογελώντας , θα αποτελούσε τεράστιο εμπόδιο στη ζωή τους.
Την ώρα που το μωρό άνοιξε για τα καλά τα ματάκια του κι ας ήταν μόνο τριών ημερών ένα άσπρο περιστέρι κοντοστάθηκε βγάζοντας μια κραυγή..κάτι σαν κλάμα.Τι να σημαίνει αυτό;σκέφτηκε μια ηλικιωμένη κυρία που πέρναγε την ώρα της έξω από το μαιευτήριο.
Προχώρησαν κοιτώντας πολύ προσεκτικά τριγύρω γιατί δεν έπρεπε να τους δει κανένας. Εκείνη τη στιγμή μόνο φοβόντουσαν. Είχε κίνηση ο δρόμος κι αναγκάστηκαν να πάρουν ταξί για την Ομόνοια. Ήδη το βράδυ σκέπαζε την πόλη που είχε υποδεχτεί το 1978 με αρκετά συνταρακτικά γεγονότα στον κοινωνικό, εθνικό,πολιτικό τομέα.Περπάτησαν πιο πέρα από την κεντρική πλατεία της περιοχής σ΄ ένα σκοτεινό στενάκι κι αφού βεβαιώθηκαν ότι κανένας δεν τους είδε, τύλιξαν σφιχτά το μωρό με την κουβέρτα που είχαν σε μια τσάντα, το τοποθέτησαν ενώ κοιμόταν σ’ έναν κάδο απορριμάτων ρίχνοντάς του από πάνω χαρτιά και εφημερίδες που βρήκαν πεταμένες τριγύρω. Έφυγαν γρήγορα χωρίς να γυρίσουν να κοιτάξουν πίσω τους, χωρίς ίχνος εμφανούς πόνου αλλά με ένα συνονθύλευμα σκέψεων βαθιά στον πυθμένα του εσωτερικού τους κόσμου.

Ξημέρωσε και κατά τις επτά ένας κύριος πηγαίνοντας στη δουλειά του σ’ ένα εργαστήρι άκουσε τα κλάματα του βρέφους.Απορημένος αρχικά πίστεψε πως προέρχονταν από το ράδιο κάποιου πλανόδιου, στη συνέχεια έψαχνε τριγύρω σε κάτι πεταμένα κουτιά. Τέλος ανακάλυψε το αγγελούδι που παγωμένο προσπαθούσε να δώσει σημεία ζωής.Το πήρε κατατρομαγμένος στην αγκαλιά του και τα δάκρυά του κύλαγαν στο σαστισμένο πρόσωπό του.”Θεέ μου μονολογούσε..ένα μωρό στα σκουπίδια” και ταυτόχρονα καλούσε σε βοήθεια τους περαστικούς μέχρι που σταμάτησε μπροστά του το “100” και ο μόνος τόπος που μπορούσαν να παραδώσουν το μωρό ήταν το Μαιευτήριο.Αυτές τις οδηγίες τους έδωσαν οι ανώτεροι μέσω των ασυρμάτων.
Το προσωπικό μόλις είδε τον αγαπημένο τους μπέμπη στα χέρια του χωροφύλακα και έναν κύριο να κλαίει δεν μπορούσε να καταλάβει τι γινόταν..μόλις χτες έδιναν οδηγίες στο νεαρό ζευγάρι.
Έγινε μια προσπάθεια αναζήτησης των γονιών αλλά είχαν δώσει διαφορετικά στοιχεία διεύθυνσης. Όταν οι αρχές πήγαν στην γειτονιά που είχαν πει στην προϊσταμένη ότι ζούσαν, κανείς δεν γνώριζε τίποτα. Από τότε άρχισε ο μεγάλος αγώνας εκείνης της γλυκιάς νεογέννητης ψυχής.
Τον μικρό με τα μεγάλα καστανά μάτια, το έντονο βλέμμα για την ηλικία του και την κλονισμένη υγεία ανέλαβε η κοινωνική υπηρεσία του Δήμου Αθηναίων. Το αρμόδιο προσωπικό τον αγάπησε τόσο πολύ, που στιγμή δεν σταμάτησαν να τον φροντίζουν και να καταβάλουν κάθε προσπάθεια προκειμένου να γιατρευτεί. Εκείνη την παγωμένη νύχτα η υγεία του επιδεινώθηκε. Για πολύ καιρό κάθε μέρα παρουσίαζε κι ένα νέο πρόβλημα στα ζωτικά του όργανα. Η ζωή κυλούσε κι ο μικρός σκόρπιζε χαμόγελα από το πληγωμένο του κορμάκι,σαν τα κυκλάμινα που φύονται στα βράχια.Απορούσαν όλοι μαζί του. Πριν καλά καλά κλείσει τον πρώτο χρόνο της ζωής του τον βάφτισε μια κυρία, εθελόντρια νοσηλεύτρια του Ερυθρού Σταυρού η οποία ανέλαβε όλα τα έξοδα των θεραπειών και των επεμβάσεων στο εξωτερικό.
Το πρόβλημα στην καρδιά του ήταν το εύκολο, είχαν προκύψει σοβαρότερα θέματα στα νεφρά, στα μάτια του, στα κάτω άκρα. Κανένα “φιλεύσπλαχνο” ζευγάρι δεν επιθυμούσε να το υιοθετήσει το βασανισμένο γλυκύτατο μωρό.

Η μοίρα του είχε προκαθορίσει να γίνει ένας πραγματικά επίγειος και επουράνιος άγγελος. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι του Ερυθρού Σταυρού με το προσωπικό να τον υπεραγαπά, να του μαθαίνει τη ζωή. Μέσα σ’ όλες τις άλλες οργανικές δυσκολίες από τα τρία του χρόνια ήρθε η απώλεια της όρασής του. Δεν τον εμπόδιζε τίποτα να μάθει τους τρόπους για την ατομική του υγιεινή, να είναι ευγενικός, να χαμογελά και να μην πτοείται από ότι του συνέβαινε. Δεν κατάφερε να πάει στο γυμνάσιο στην ηλικία που έπρεπε καθόσον είχαν προτεραιότητα οι συνεχείς εξετάσεις, επεμβάσεις, θεραπείες. Με τη δύναμη και το θάρρος που αντλούσε από την αληθινή του πίστη τελείωσε το νυχτερινό γυμνάσιο σε ηλικία τριάντα χρονών. Είχε κερδίσει την αγάπη των συμμαθητών του με την απέραντη καλοσύνη του. Ανέπτυξε και καλλιτεχνικές ικανότητες οι οποίες τον έκαναν γνωστό μέσω της ομάδας που συμμετείχε σε περισσότερο κόσμο.
Αυτός ο νέος που δεν ζούσε χωρίς τα δεκαπέντε του χάπια, που τον πέταξαν στα σκουπίδια οι ίδιοι οι γονείς του, που ποτέ δεν γνώρισε συγγενή αγαπούσε τα μικρά παιδιά και φρόντιζε να τους κάνει δώρα, να τα χαϊδεύει στο κεφάλι και να τα συμβουλεύει χωρίς οι ορίζοντες των γνώσεων να είναι τόσο ανοιχτοί όσο των περισσότερων ανθρώπων που την λέξη αγάπη απλά την λένε..δεν την βιώνουν.
Είχε απίστευτη αίσθηση του χιούμορ, ανεξάντλητα και έξυπνα τα αστεία του.
Έδωσε τόσα πολλά στους φίλους του που ίσως να μην το κατάλαβε ποτέ.
Το νήμα της επίγειας παρουσίας του κόπηκε σύντομα όπως ήταν φυσιολογικό σύμφωνα με το βαρύ ιστορικό της κλονισμένης του υγείας.
Έφυγε από ένα μεγάλο νοσοκομείο με το χαμόγελο στα χείλη,μια λαμπρή ανοιξιάτικη μέρα λίγο μετά τα γενέθλια των τριάντα οκτώ του χρόνων. Η είδηση για το αιώνιο ταξίδι του ήρθε σε μια πολύ καλή του φίλη ένα μεσημεράκι που τρεις παπαρούνες στον αρχαιολογικό χώρο των ΑΕΡΗΔΩΝ δάκρυσαν...


 Κανένας από όλους εμάς που θυσιάζουμε αρκετό χρόνο από τη ζωή μας στις υποκριτικές εκδηλώσεις, στα βασανιστικά πρέπει, στον ανούσιο δρόμο του “φαίνεσθαι” δεν μπορεί να φανταστεί πόσα μάτια έκλαψαν για αυτό το σπάνιο πλάσμα.
Δίδαξε την αξία της ζωής, δίδαξε την αξία της αγάπης...κι ας μην ένιωσε ποτέ την αγκαλιά κάποιου δικού του ανθρώπου, ήταν κοινωνός του αληθινού νοήματος της πίστης..αυτός ο άγγελος που γεννήθηκε με τα φτερά βαθιά πληγωμένα.
Ένα δίδαγμα αμύθητης αξίας όλη του η ζωή..για εμάς που η ολιγοπιστία μας εξωτερικεύεται με την παραμικρή συννεφιά..
Για όσους παλεύουν ποδοπατώντας ζωές για τα πλούτη..
Για όσους ερωτεύονται τις θέσεις και ποτέ αληθινά τη ζωή
Για όλους που όταν επέλθει το τέλος τους...κανείς δεν βουρκώνει..
Έχουν περάσει λίγα χρόνια από το πέταγμά του προς στην αιωνιότητα και δεν έπαψαν στιγμή να τον σκέφτονται οι άνθρωποι που είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν, όλοι όσοι συνεργάστηκαν μαζί του.
Βουρκώνει η φίλη του όταν ανταμώνει κάθε άνοιξη τις τρεις παπαρούνες, νιώθει την αγάπη της αθώας ψυχής που άνοιξε τα φτερά τόσο δυνατά ξεπερνώντας κάθε πληγή της επίγειας πορείας του.
Η θύμησή του παραμένει ως αναστάσιμη λαμπάδα!!

Y.Σ. Για τα κείμενά μου που δημοσιεύονται έχω προχωρήσει στις διαδικασίες προστασίας της πνευματικής περιουσίας.


2 σχόλια:

Στην εορτή του Άη Γιώργη.Όμιλος Φιλίππων Ανδραβίδας "Ο Σπάρτακος".

  Ο Όμιλος Φιλίππων Ανδραβίδας " Ο Σπάρτακος", τίμησε με την παρουσία του την εορτή του λαοφιλούς, τροπαιοφόρου Αγίου Γεωργίου, σε...