Κάλαντα, μια λέξη άρρηκτα συνδεδεμένη με τα παιδικά μας χρόνια, με την ιερή μας παράδοση. Σύμφωνα με το λεξικό, κάλαντα (calendae στα λατινικά, ελληνικό ρήμα καλώ) είναι τα εθιμικά τραγούδια που τα τραγουδούν παιδιά κατά τις παραμονές των μεγάλων γιορτών του δωδεκάμερου Χριστούγεννα, Αγίου Βασιλείου, Θεοφάνια αλλά και των Βαΐων (ή Λαζάρου), με εξαίρεση εκείνων της Μεγάλης
Παρασκευής που είναι κατανυκτικά.Τα κάλαντα συνοδεύουν παραδοσιακά μουσικά όργανα όπως
το τρίγωνο, το λαούτο, το νταούλι η
τσαμπούνα, η φλογέρα κ.ά.Οι τραγουδιστές και οι οργανοπαίκτες των καλάντων λέγονται καλαντιστές.
Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές τα κάλαντα προέρχονται από τις εορτές των ρωμαϊκών Καλενδών και κατά τους Βυζαντινούς χρόνους οι Πατέρες της Εκκλησίας το απαγόρευαν ως έθιμο το οποίο είχε καταδικαστεί από την ΣΤ Οικουμενική Σύνοδο το 680 μ.Χ.. Τους συμμετέχοντες στο αναφερόμενο έθιμο τους αποκαλούσαν "Μηναγύρτες".
Στην Αρχαία Ελλάδα τα παιδιά κρατώντας ένα κλαδί δάφνης ή ελιάς, στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (λεγόταν ειρεσιώνη, από το έριο δηλ. μαλλί), πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι τραγουδούσαν και τους έδιναν διάφορα πράγματα.Στο κλαδί τους είχαν δεμένες κόκκινες και άσπρες κλωστές όπου έδεναν τα δωράκια από τους νοικοκύρηδες.Σε άλλα μέρη είχαν ομοίωμα καραβιού όπου παρίστανε την έλευση του Θεού Διόνυσου. Αργότερα το έθιμο υιοθετήθηκε από την Ρώμη. Στο Βυζάντιο τα παιδιά κρατούσαν φανάρια ή καραβάκια που ήταν στολισμένα και τα συνόδευαν με τραγούδι και τύμπανα.
Κάλαντα υπάρχουν πολλά και κάθε ένα τραγουδιέται σε ξεχωριστή ώρα ή αναφέρεται σε διαφορετικά πρόσωπα και καταστάσεις.Κάλαντα για την παραμονή το βράδυ, κάλαντα για το πρωί, κάλαντα για τον νοικοκύρη, κάλαντα για την νοικοκυρά, κάλαντα για την κόρη, κάλαντα για τον γιο, κάλαντα για όλους!Ακόμη και ο τρόπος που τα τραγουδούσαν έχει πολύ ενδιαφέρον, καθόσον από περιοχή σε περιοχή διαφέρει.
Στις μέρες μας και κυρίως στις μεγάλες πόλεις τα παιδιά δεν μπορούν να χαρούν με αυθορμητισμό αυτό το ξεχωριστό έθιμο...ο αριθμός και η ποικιλία των ανθρώπων που τις κατοικούν δεν επιτρέπει στα παιδιά μόνα τους να γυρνούν τις γειτονιές.
Χριστούγεννα ,Χριστούγεννα , Πρωτούγεννα , πρώτη γιορτή του χρόνου,
για βγάτε , δέτε , μάθετε , πως ο Χριστός γεννάται .
Γεννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα ,
το μέλι τρων οι άρχοντες , το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο να νίβοντ' οι κυράδες!
Κυρά ψηλή ,κυρά λιγνή , κυρά γαϊτανοφρύδα ,
κυρά μου οτάν στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου ,
βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη
και τον καθάριο αυγερινό τον βάζεις δακτυλίδι .
Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε,
παρά σας αγαπούσαμε κι ηρθαμε να σας δούμε !
Δώστε μας και τον κόκκορα , δώστε μας και την κότα !
Δώστε μας και πέντ' έξι αυγά , να πάμε σ΄ άλλη πόρτα!
Κάλαντα Χριστουγέννων Κυκλάδων.
Για σένα, κόρη όμορφη, ήρθαμε να τα πούμε
και τα καλά Χριστούγεννα για να σου ευχηθούμε.
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε καράβια ν’ ασημένια
του χρόνου σαν και σήμερα να ‘ναι μαλαματένια.
Αν έχεις κόρη όμορφη, βάλε την στο τσιμπίδι
και κρέμασέ την αψηλά, να μην την φαν οι ψύλλοι.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε,
και του χρόνου να σας πούμε φέρτε μας κρασί να πιούμε.
Κάλαντα Χριστουγέννων Σμύρνης.
δέτε , μάθετε , πως ο Χριστός γεννάται .Γε
Καλὴν ἐσπέραν ἄρχοντες κι ἂν εἶναι ὁρισμός σας,
Χριστὸς γεννᾶται σήμερον ἐν Βηθλεὲμ τῇ πόλει.
Ἐν τῷ σπηλαίῳ τίκτεται, ἐν φάτνῃ τῶν ἀλόγων.
Κερὰ ψηλή, κερὰ λιγνή, κερὰ καμαροφρύδα.
Κερά μ᾿ ὅταν στολίζεσαι νὰ πᾶς στὴν ἐκκλησία.
Ἔχεις καὶ κόρην ἔμορφη ποὺ δὲν ἔχει ἱστορία.
Μῆδε στὴν πόλη βρίσκεσαι, μῆδε στὴν Καισαρεία.
Ἔχεις καὶ γιὸν στὰ γράμματα, ὑγιὸν εἰς τὸ ψαλτήρι.
Νὰ τὸν ῾ξιώσει καὶ ὁ Θεός, νὰ βάλει πετραχῆλι.
Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Ικαρίας.
ννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα ,
το μέλι τρων οι άρχο
Άγιος Βασίλης έρχεται
πο πίσω απ’ το καμάρι
βαστά μυζήθρες και τυριά
βαστά κι ένα γκινάρι.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε
και του χρόνου να σας πούμε.
(δις- ανάστροφα)
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε
τα ράφια είν’ ασημένια
του χρόνου σαν και σήμερα
να ναι μαλαματένια.
Φέρτε μας κρασί…
Σένα σου πρέπ’ αφέντη μου
καρέκλα καρυδένια
για ν’ ακουμπάει η μέση σου
η μαργαριταρένια.
Φέρτε μας κρασί…
Πολλά ‘παμε τ’αφέντη μας
ας πούμε της κυράς μας
Κυρά ψηλή κυρά λιγνή
κυρά μαυροματούσα.
Φέρτε μας κρασί…
Κι αν έχεις κόρη έμορφη
βάλτη μας κεράσει
να ευχηθούμε όλοι μας
να ζήσει να γεράσει.
Φέρτε μας κρασί…
Κι αν έχεις γιο στα γράμματα
βαλ’ τονε στο ψαλτήρι
και ν’ αξιώσει ο Θεός
να βάλει πετραχήλι.
Φέρτε μας κρασί…
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε
πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού
χρόνους πολλούς να ζήσει.
Κάλαντα των Φώτων Κρήτης.
ντες , το γάλ ΚΡΗΤΗΣ
Aύριο είναι τω Φωτώ π’ αγιάζουν οι παπάδες,
μέσα στα σπίθια μπαίνουνε και λέν’ τσι εορτάδες.
O Iωάννης Bαπτιστής επέρασε και είπε
«Χαρίσετέ μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια,
ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω στο περβολάκι,
να θέσω ν’ αποκοιμηθώ σε μια μηλιά ’πό κάτω,
πέφτουν τα μήλα κόκκινα απάνω στην ποδιά μου
και τα χρυσά τραντάφυλλα απάνω στα μαλλιά μου».
α οι αφεντάδες
και τ