Σάββατο 13 Μαΐου 2017

Ποίημα...με μια λέξη μαγική στο τέλος!!



Μια πορτοκαλιά, φορτωμένη με μελιστάλαχτους καρπούς όλο το χρόνο, όπου η μάνα μου έστελνε σ' όλα τα σπίτια του χωριού που δεν είχαν δικά τους πορτοκάλια. Με το άνοιγμα της πόρτας το αγαπημένο και φουντωτό δέντρο της κυρά Βάσως, πάντα κάτι είχε να μας χαρίσει...πουλιά που τιτίβιζαν, τις γάτες που έπαιζαν σκαρφαλώνοντας...τ' αστέρια που μου άρεσε να τα βλέπω μέσα απ' τη φυλλωσιά... και πάρα πάρα απερίγραπτες ομορφιές!

 Η πορτοκαλιά μου.

Χρόνια η φουντωτή πορτοκαλιά έστεκε,
ζώντας τον παλμό της μέρας.
Τη νύχτα ησύχαζε.
Αβέβηλος τόπος η φυλλωσιά της,
όπου η αγάπη έβρισκε μουράγιο.
Τεράστια αγκαλιά.
Των παιδικών μου χρόνων θησαυρός,
έντυνε την άνοιξη μελιτοφόρα νύμφη.
Ανεξίτηλες μνήμες.
Στου σούρουπου τις μαβιές αποχρώσεις
και στου μελτεμιού το νάζι.
Αρχόντισσα κυρά.
Απλωμένα τα κλαριά της πάντα.
Τα πετροχελίδονα έτρεχαν ανάμεσα τους.
Αδυσώπητη της υγρασίας η ψύχρα.
Αγνά καρδιοχτύπια.
Οι χρυσοκέντητες αχτίδες του ήλιου
πάντα ζέσταιναν την αγνή ψυχή.
Καλημέρα πλάση.
Αγαλήνευτα τα σύννεφα στον ουρανό.
Τώρα μόνο σπουργίτια με κοκκινολαίμηδες.
Φθινοπωρινές βροχές.
Αγέρωχο το λατρεμένο μου δέντρο
Μεσημβρινή πανδαισία.
Τις γεμοφεγγαριές βαφόταν ασημιά.


Με τ' αστέρια μιλούσε.
Χρόνια αλησμόνητα.
Ανοιγόκλεινε η πόρτα του χαμόσπιτου.
Κάθε πορτοκάλι τους έστελνε μήνυμα.
Μάνα αγαπημένη.





Τετάρτη 10 Μαΐου 2017

Σκέψεις για την Ανδραβίδα και ο ρόλος των παρατηρητών.

Κάποιοι αγαπημένοι μου φίλοι, ταξίδεψαν στην Πελοπόννησο και πρόσφατα επισκέφτηκαν την Ανδραβίδα.Οι εντυπώσεις τους από τη φύση και το σχέδιο της πόλης άριστες. Η  έλλειψη ζωής, τους δημιούργησε μια στενάχωρη αίσθηση, αφού έκαναν σύγκριση με άλλα μικρά μέρη.Επίσης διαπίστωσαν βασικά στοιχεία απουσίας επαγγελματισμού, σε κάποιους χώρους. Αυτό όμως που τους έκανε κάκιστη εντύπωση ήταν .. πρωτόγνωρες για τους ίδιους συμπεριφορές. Συγκεκριμένα προσώπων που μέσω ύβρεων σε δημόσιο χώρο, προσπαθούσαν να δείξουν ότι παράγουν πολιτισμό.
Είναι ειλικρινά θλιβερότατο εμείς που διατυμπανίζουμε την προσπάθεια της ομόνοιας για το κοινό καλό, για τον πολιτισμό και την ιστορία, να αμαυρώνουμε την εικόνα του τόπου. Στη ζωή υπάρχουν πρόσωπα και προσωπεία. Όποιος είναι επιτυχημένος βασιζόμενος σε ηθικές αρχές και αξίες δεν έχει ανάγκη να επιτίθεται με ύβρεις εναντίον κανενός, δεν έχει ανάγκη να φοράει προσωπείο ανάλογα την ώρα και τη μέρα. Αντιθέτως που με μόνιμο χαμόγελο και αληθινή ευγένεια, με σοβαρές κινήσεις ή  με την απαξίωσή του, αφήνει στους νοήμονες να κρίνουν..
 Εδώ θέλω να επισημάνω το σημαντικότατο ρόλο που φέρουν οι λεγόμενοι παρατηρητές, όπως ονομάζουν οι επιστήμονες  όλους τους τρίτους,εκτός των πρωταγωνιστών σε μια υπόθεση, εκτός του θύτη και θύματος στον εγκληματολογικό τομέα και στο bullying, εκτός των κυρίων προσώπων ή φορέων σε κάποια διαφωνία. Ο κάθε ένας σε προσωπικό ή ομαδικό επίπεδο έχει δικαίωμα να κάνει αυτό που θέλει, με την υποχρέωση να μην ενοχλεί κανέναν άλλον. Ως ενόχληση θεωρείται και η λεκτική επίθεση ή η βία.
Όταν κάποιος εκπροσωπεί τον τόπο του, οφείλει και η εμφάνισή του να αρμόζει στην ανάλογη περίπτωση.Σαν παράδειγμα αναφέρω, ότι ποτέ δεν έγινε η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας με ενδυμασία νυχτερινής εξόδου. Επίσης οι αμέτρητες χορωδίες που παρακολουθώ δεν εμφανίζονται με ενδύματα γαμήλιας δεξίωσης. Οι παρατηρητές (τα περισσότερα άτομα της τοπικής κοινωνίας) ασκούν μεγάλη επίδραση μεταξύ ατόμων και φορέων. Μπορούν να ενθαρρύνουν κάποιον για να ακολουθήσει τη λανθασμένη διαδρομή, μπορούν να τον αποτρέψουν και να τον οδηγήσουν στο σωστό δρόμο ή μένουν αμέτοχοι και αυτή η στάση μεταφράζεται σε συμφωνία.
 Έτσι λοιπόν και στην κοινωνία της κωμόπολης, χρόνια τώρα...πάρα πολλοί από τους ονομαζόμενους ως παρατηρητές ,μπροστά χειροκροτάνε αυτά που πισώπλατα χλευάζουν και κατακρίνουν. Λυπάμαι ειλικρινά γιατί παρακολουθώντας χρόνια συγκεκριμένες συμπεριφορές..διαπιστώνω ότι ευθύνονται πάρα πολλοί που κάποιοι ξεφεύγουν της πορείας τους, που κάποιοι προσδίδουν.. ελεεινούς χαρακτηρισμούς τον τόπο. Ας γνωρίζουμε όλοι όσοι βρισκόμαστε ή βρεθούμε στο ρόλο του παρατηρητή, πως έχουμε τη δυνατότητα να μετατρέψουμε τους εχθρούς σε φίλους, την αδυναμία σε δύναμη, την ύπουλη συμπεριφορά σε ειλικρίνεια.Ένας άλλος σημαντικός κι αυτός ρόλος, είναι των ουδέτερων τρίτων ατόμων, όσων δηλαδή βρίσκονται μακριά από τον τόπο των γεγονότων.
Δεν επιτρέπεται άτομα από άλλα μέρη, να λαμβάνουν θέση για γεγονότα που έχουν λάβει χώρα αλλού γιατί είναι αυτονόητο πως δεν μπορεί να γνωρίζουν παρά μόνο από πληροφοριοδότες. Όταν θέλεις να γνωρίζεις τις καταστάσεις οφείλεις ανεπηρέαστος να ακούς τις γνώμες όλων και μετά να συνθέτεις το αποτέλεσμα. Γεγονότα που διαδραματίστηκαν μπροστά μου,δεν μπορεί κανείς να τα αμφισβητήσει.Το ίδιο δεν μπορώ να κάνω κι εγώ σε άλλους.
 Πριν από κάποια χρόνια, μέσω της σελίδας κάποιων προσώπων είχαν δημοσιευτεί χυδαιολογίες κατά εμού, επειδή έλαβα θέση σε κάποιο θέμα. Για ακόμη μια φορά σας ενημερώνω, ότι τα στοιχεία βρίσκονται εκεί που πρέπει και πως δεν έχετε τέτοια δικαιώματα. Εκφράστε τις απόψεις σας από τις σελίδες σας..κι αυτές προσεκτικά πλέον. Παρόμοια συμπεριφορά διαπίστωσα προς έναν φορέα όπου ανήκω,από κάποια άτομα που δεν είχαν ξαναεμφανιστεί μέχρι πρόσφατα. Εδώ εφιστώ την προσοχή σας. 
Τέλος παρατηρώ κατά καιρούς, σε επίσημη σελίδα του Δήμου οι χειριστές να ασχολούνται εμφανώς ...με φορείς της αρεσκείας τους και με τον τρόπο που θέλουν. Εδώ την ευθύνη την έχουν τα όργανα του Δήμου. Σε καμιά επίσημη σελίδα δεν επιτρέπεται οι ανάρτηση ύβρεων,ούτε σχόλια εναντίον κανενός. Υπάρχει νομολογία επ' αυτού.
Ο κάθε άνθρωπος από το δικό του μετερίζι, μπορεί να δημιουργήσει πάρα πολλά, αρκεί να γνωρίζει πως δεν είναι ο μόνος. υπάρχουν κι άλλοι που δημιουργούν.
Εύχομαι κάποτε..οι λαϊκισμοί να εκλείψουν, τα αρμόδια όργανα να σκεφτούν και να πράξουν αναλόγως, οι άνθρωποι να αφήσουν κάτω την εγωπάθεια και την αλαζονεία γιατί οδηγεί πρώτα στη δική τους ψυχική ταλαιπωρία.Επίσης ο έρωτας με τις θέσεις, τις κάμερες και οποιουδήποτε άλλου τύπου προβολής, παραπέμπει σε ιατρική διάγνωση από τους ειδικούς της ψυχικής υγείας. Αυτό που μας κάνει ψυχικά και εμφανισιακά ομορφότερους είναι ο έρωτας με τη ζωή, τη χαρά , την αισιοδοξία.
Μια εκ των χειροτέρων λέξεων είναι το "εγώ"..αυτό που κάποιους τους έχει παρασύρει.
Η καλύτερη που δημιουργεί και θαύματα είναι το " εμείς", αυτή που παραγκωνίσαμε.
Προσωπικά συγχωρώ οποιοδήποτε λάθος, δε συγχωρώ όμως τις αποτροπιαστικές  συμπεριφορές, δε συγχωρώ τα επαναλαμβανόμενα ψέματα και τις ύπουλες κινήσεις, ιδιαιτέρως όταν σχετίζονται με την ιστορία και την παράδοση του τόπου μας. 
Πάντα με σεβασμό και αγάπη προς όλους στη γλυκιά γενέτειρα.

Κυριακή 7 Μαΐου 2017

Σκέψεις.. περί συγγραφής και λογοτεχνίας.


" Για  να  γράψεις  δεν  αρκούν  μόνο  οι  προθέσεις,  πρέπει  να  υπάρχουν και οι προϋποθέσεις". 
Κώστας Βάρναλης.
Με τη λογοτεχνία ως αναγνώστης ασχολούμαι από τότε που θυμάμαι τον ευατό μου, αφού στο σπίτι μας αν και φτωχικό από πλευράς αρχιτεκτονικής, υπήρχαν πάρα πολλά βιβλία, καθημερινά είχαμε εφημερίδα, παραμύθια σε σπάνιες εκδόσεις.Στα παιδικά μου χρόνια ριζώνει και η αγάπη μου για το γράψιμο. Ανέκαθεν είχα την επιθυμία να αποτυπώνω σ' ένα  τετράδιο, αυτά που παρατηρούσα ή μου έκαναν εντύπωση από τη φύση, το παιχνίδι καθώς και από διάφορες καταστάσεις. Μαζί με πολλές ιστοριούλες, όπως μια με "ήρωα" έναν παγωμένο κοκκινολαίμη που είχε βραβευτεί από κάποιον φορέα, έγραφα και ποιηματάκια. Θυμάμαι τη χαρά που ένιωθα, όταν έβλεπα στο χαρτί αυτά που είχα στο μυαλό μου. Με τον καιρό συγκέντρωνα όλα μου τα "έργα" και πριν 3 χρόνια έκανα τα επίσημα βήματά μου μέσω λογοτεχνικών διαγωνισμών, έντυπων και διαδικτυακών περιοδικών, καθώς και διάφορων ανθολογιών.
Από την αγάπη μου για τη λογοτεχνία, την προσπάθειά μου για τη διατήρηση της ελληνικής γλώσσας, τη γνωριμία μου με πολλούς λογοτέχνες  καθώς και  την εμπειρία μου από αμέτρητες  λογοτεχνικές εκδηλώσεις, γεννήθηκαν κάποιες σκέψεις που παρουσιάζω απ΄ αυτήν τη σελίδα.Πολλές φορές μέσα από τις σκέψεις πηγάζουν στοιχεία ή προβληματισμοί, που μας βοηθάνε όλους, οδηγώντας μας σε νέα μονοπάτια επί του θέματος που αναφέρονται και πολλές φορές εξομαλύνοντας τις ανθρώπινες σχέσεις.
Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται αρκετοί φορείς με θέμα τη λογοτεχνία και ως σκοπό έχουν γενικά, τη διάδοση της αγάπης προς αυτήν και το βιβλίο, την εξύψωση του ηθικού σε δύσκολες εποχές, την  διατήρηση αλλά και την εκμάθηση της σωστής χρήσης της γλώσσας μας. Το ταξίδι του πολιτισμού, μέσω της λογοτεχνίας (πεζών ή ποιητικών δημιουργημάτων) αναμφισβήτητα έχει τεράστιες δυνατότητες σε ποικίλους τομείς.
Αποτελεί κοινή διαπίστωση κατά τα τελευταία χρόνια, η εμφάνιση ενός μεγάλου αριθμού νέων συγγραφέων στον πεζό και ποιητικό  λόγο. Από τη μια είναι ευχάριστο να αυξάνεται ο αριθμός των ανθρώπων που ασχολούνται με τη λογοτεχνία, από την άλλη όμως παρατηρούνται αρκετά μελανά σημεία ...και αυτό είναι το δυσάρεστο. Πολλοί από εμάς δυστυχώς, ίσως λόγω ημιμάθειας ή κάποιων χαμένων ονείρων στην προσπάθεια της καταξίωσής μας, αυτοχαρακτηριζόμαστε συγγραφείς χωρίς  να έχουμε ελέγξει τα έργα μας, χωρίς να έχουμε ζητήσει από κάποιον τρίτο να τα κρίνει. Κάποιοι τρέχουν στους εκδοτικούς οίκους και πριν αξιολογηθεί το έργο τους, ενδιαφέρονται για το ράφι και τη βιτρίνα που θα παρουσιαστεί, καθώς και την ημέρα που θα αρχίσουν να εισπράττουν τα κέρδη τους (αναφορά από σπουδαία διευθύντρια εκδοτικού οίκου, σε μια από τις αξιολογότερες παρουσιάσεις τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Αθήνα).
Επίσης παρατηρώ ανάμεσα σε αρκετούς εκ των λογοτεχνικών -πολιτιστικών φορέων, προστριβές που έρχονται σε αντίθεση με το κλίμα της τέχνης. Πολλοί από εμάς, προσπαθούμε μέσω γνωστών (η κάκιστη ελληνική νοοτροπία), να αναδειχτούμε όσο γρηγορότερα γίνεται. Ένα σημείο που δεν ταξιδεύει τον πολιτισμό αλλά μπορεί να τον οδηγήσει σε  ανεπιθύμητες ατραπούς, είναι οι εκδηλώσεις που απευθύνονται σε όλους...αλλά δεν ανακοινώνονται παρά μόνο μέσω ιδιωτικών προσκλήσεων, σε ύφος παρέας, με σκοπό τις ατελείωτες φωτογραφίες στο διαδίκτυο.
Στη συνέχεια, κατά την ταπεινή μου άποψη, θεωρείται αδιανόητο να υπάρχουν διαξιφισμοί, όταν οι ίδιοι υποστηρίζουμε ότι ο πολιτισμός και η λογοτεχνία μας ενώνει. Πάρα πολλοί ανοίξαμε τα φτερά μας μετά την διάκριση σε κάποιο διαγωνισμό, κάποιοι άλλοι γιατί το έργο μας εγκρίθηκε στην ύλη προς δημοσίευση από κάποιο έντυπο ή διαδικτυακό μέσο. Επίσης, άλλοι ξεκινήσαμε την επίσημη μορφή της προσπάθειάς μας μέσω ενός λογοτεχνικού εργαστηρίου ή εργαστηρίου δημιουργικής γραφής στο οποίο ο εκπαιδευτής επιβεβαίωσε τις ικανότητές μας. Κανένας τρόπος δεν είναι κατακριτέος όταν χρησιμοποιείται για τη δική μας εξέλιξη, χωρίς να επιδιώκουμε κάτι κακό για τον άλλο.
Λογοτέχνες δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής ή όσοι γνωρίζουν τα έργα των αρχαίων μας. Το βέβαιο είναι πως κανείς δεν μπορεί να γράψει εάν δεν διαβάζει. Ποιητής δεν είναι όποιος θεωρεί τον ελεύθερο στίχο, μια παρουσίαση από πομπώδεις λέξεις και φράσεις. Διέπεται και ο ελεύθερος στίχος από μέτρο και κανόνες, προκειμένου να μην αποτελέσει ένα πεζό δημιούργημα. Υπάρχουν συνάνθρωποι οι οποίοι δεν είχαν τη δυνατότητα να φοιτήσουν στο σχολείο, αλλά την καθημερινότητά τους, την αποτύπωσαν σε πολύ αξιόλογα έργα μέσω της παραδοσιακής μουσικής.
Ας  βοηθήσουμε με τον τρόπο μας, όλοι όσοι επιλέγουμε να υπηρετήσουμε το λογοτεχνικό τομέα, να κάνουμε πράξη τις φράσεις  " η λογοτεχνία ταξιδεύει τον πολιτισμό, η λογοτεχνία μας ενώνει".
Πιστεύω ότι ο αμοιβαίος σεβασμός, η αληθινή αγάπη για τη λογοτεχνία και τον πολιτισμό μας, μπορεί να κάνουν την Ελλάδα, πάλι να θριαμβεύσει!!
Υ.Σ. Οι φωτογραφίες ανήκουν σε διαδικτυακή αναζήτηση.


Σάββατο 6 Μαΐου 2017

Ποίηση και παραδοσιακή μουσική.

 Ο Λάκης Χαλκιάς και ο ΟΜΙΛΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ, τις Παρασκευές του Μάη στην αυλή του Μερόπειου Ιδρύματος, μας ταξιδεύουν σε δρόμους παραδοσιακούς μέσα από ανεκτίμητους στίχους έγκριτων ελλήνων ποιητών. Η χτεσινή βραδιά ήταν η αρχή. Από αυτή τη σελίδα μεταφέρω τα συγχαρητήριά μου στον κ. Χαλκιά, όπως και σε όλη την ομάδα του ΟΜΙΛΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ για τη μαγευτική βραδιά που μας χάρισαν. Το απέριττο και ταυτόχρονα το μεγαλειώδες, μιας σπουδαίας προσπάθειας που δε συναντάμε συχνά.!Ερμηνεία δίχως μικρόφωνο, σοβαρότητα και ποιότητα, είναι τα βασικά χαρακτηριστικά.
 Η παράδοση είναι εκείνο το φως που πρέπει να μεταφέρεται από γενιά σε γενιά για κάθε λαό.
 Απ' όλα τα ποιήματα που ακούσαμε, γράφω τους στίχους από ένα ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη, το οποίο είναι πάντοτε επίκαιρο για την κοινωνία.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος.


Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος
να `ν’ ήμερος να `ναι άκακος

λίγο φαΐ λίγο κρασί
Χριστούγεννα κι Ανάσταση

κι όπου φωλιάσει και σταθεί
κανείς να μην του φτάνει εκεί

Μα ήρθαν αλλιώς τα πράματα
τονε ξυπνάν χαράματα

τον παν τον φέρνουν πίσω μπρος
του τρώνε και το λίγο βιος

κι από το στόμα τη μπουκιά
πάνω στην ώρα τη γλυκιά

του τηνε παίρνουνε κι αυτή
χαρά στους που `ναι οι δυνατοί!

Χαρά στους που `ναι οι Δυνατοί
γι’ αυτούς δεν έχει χόρταση.

Τετάρτη 3 Μαΐου 2017

To τραγούδι των Νηρηϊδων.

Το δεύτερο  διήγημά μου, που δημοσιεύτηκε σήμερα 03 Μάη 2017, στο περιοδικό Fractal.
 
Το πέτρινο δίπατο σπίτι του παππού μου και της γιαγιάς μου στο μικρό ορεινό χωριό, έκλεινε έναν αιώνα που αγνάντευε στο βάθος τη θάλασσα. Έκρυβε αμέτρητα μυστικά απ’ τον αιώνα που ζούσε και τα κρατούσε φυλαγμένα στις πελεκητές πέτρες του τοίχου, στα κεραμίδια, στα χοντρά δοκάρια της σκεπής.
Οι δυο ιλαρές ηλικιωμένες μορφές, κάθε απόγευμα όταν επέστρεφαν από το κτήμα όπου περνούσαν τη μέρα τους, ανέβαιναν σιγά σιγά τα κάτασπρα σκαλοπάτια. Πριν εισέλθουν στο εσωτερικό του σπιτιού, έκοβαν από τη γλάστρα που ήταν στο πλατύσκαλο, ένα κλαρί βασιλικό για να στολίσουν το εικονοστάσι τους. Θεωρούσαν καλοτυχία, να έχουν το ευλογημένο φυτό στη γλάστρα τους, που προερχόταν από τη γιορτή του Τίμιου Σταυρού. Ζούσαν όμορφα και το χαμόγελο ποτέ δεν εγκατέλειπε τα ρυτιδωμένα πρόσωπά τους. Είχαν προγραμματισμένες τις δουλειές τους για κάθε εποχή. Η άνοιξη και το καλοκαίρι κυλούσαν ήρεμα, αγόγγυστα. 
Ο χειμώνας πάντα αγρίευε και κάποιες φορές τους στερούσε τη δυνατότητα να εξέλθουν από το σπίτι. Έτσι συγκέντρωναν τα απαραίτητα αγαθά που έπρεπε να βρίσκονται στο σπίτι, ώστε η έλευση του γέρου με τα άσπρα γένια, να μην τους ενοχλήσει τόσο. Γι’ αυτό φρόντιζαν και γέμιζαν τ’ αμπάρια με αλεύρι, καρύδια και σταφίδες. Στο πάτερο της κουζίνας κρέμονταν οι μυζήθρες, τα πεπόνια, η ρίγανη, ο δυόσμος, η θρούμπη, το δεντρολίβανο καθώς και το τσάι με άλλα ακόμη βότανα που μάζευαν ο παππούς και η γιαγιά το καλοκαίρι από το βουνό. Τα δοχεία του λαδιού δεν άδειαζαν ποτέ. Το παστό ήταν κλεισμένο στα πήλινα δοχεία, έχοντας υποστεί όλα τα στάδια της απαραίτητης επεξεργασίας. Σε πήλινο δοχείο είχαν και τις ελιές τους, φτιαγμένες από τα χεράκια της γιαγιάς. Στο κατώι τα κρασοβάρελα ήταν έτοιμα με κόκκινο και άσπρο κρασί, που θα έπιναν συντροφιά στο τζάκι τα χειμωνιάτικα βραδάκια.
Από την ώρα που βράδιαζε, μέχρι την ώρα που ερχόταν ο Μορφέας κουβέντιαζαν, αναπολούσαν, σχεδίαζαν βλέποντας τη φωτιά με τα κούτσουρα να στήνουν το δικό τους ατίθασο χορό. Πριν πάνε για ύπνο, ετοίμαζαν τα ξύλα στην εστία του τζακιού, για την επόμενη βραδιά. Στον τοίχο της κρεβατοκάμαρας το καντήλι ήταν πάντοτε αναμμένο και η φλογίτσα που τρεμόπαιζε, έστελνε μηνύματα από τις προσευχές τους στον Ύψιστο.
 Τις χρονικές περιόδους που πηγαίναμε στο χωριό, η ατμόσφαιρα ήταν πολύ χαρούμενη για τον παππού μου και τη γιαγιά μου. Οι αγαπημένοι μου ηλικιωμένοι ξέχναγαν τις δουλειές τους και θυμόντουσαν διάφορες ιστορίες που ήξεραν από τους δικούς τους προγόνους, γεγονότα που είχαν ζήσει, παιχνίδια που είχαν εκλείψει πια.
Τα Χριστούγεννα του 1965 θα μου μείνουν αξέχαστα. Η ατέρμονη χαρά που με κυρίευσε τότε, παραμένει ως φωτεινός φάρος ακόμα στη ζωή μου. Είχαμε περάσει μαζί με την οικογένειά μου, όλες τις μέρες στο χωριό, ακολουθώντας με ακρίβεια τα έθιμα του δωδεκαημέρου. Το προτελευταίο βράδυ της παραμονής μας εκεί, ο παππούς άναψε από νωρίς τα ξύλα στο τζάκι, αφού μας περιέγραψε τα καμώματα της γιαγιάς, που προσπαθούσε να ξεγελάσει τους καλικάντζαρους για να μην της μαγαρίσουν την κουζίνα, όπως έλεγε.
Η γιαγιά κοιτούσε μια φωτογραφία δακρύζοντας. Ήταν η ίδια έξι χρονών περίπου, με τον δικό της παππού και γιαγιά. Ξανάπιασε τ’ αδράχτι με την κλωστή και άρχισε να μας διηγείται μια ιστορία που τελείωσε με τα πρώτα χρώματα της ανατολής. Ως θέμα είχε τις νεράιδες της θάλασσας. 
« Ήξεραν να χορεύουν κόρη μου όλο το χρόνο, μέσα κι έξω απ’ το νερό. Ο μαγικότερος χορός τους άρχιζε τότε που η μέθη της φύσης από το νέκταρ του Απρίλη και τις μυρωδιές του Μάη, έφτανε ως τη θάλασσα. Χόρευαν με τις πολύχρωμες πεταλούδες που παιχνίδιζαν ως στον αφρό των κυμάτων. Είχαν το κάστρο τους στο βυθό της θάλασσας. Την ομορφιά τους τη ζήλευαν και οι θεές. Τις ονόμαζαν Νηρηίδες. Ήταν δυο αδερφές με κατάξανθα μαλλιά, που έπεφταν κυματιστά ως τη μέση. Τα φορέματά τους άλλαζαν σύμφωνα με τις εποχές. Το χειμώνα ντύνονταν με σκούρα ρούχα. Την άνοιξη με πολύχρωμη φορεσιά όπως η φύση και τα μαλλιά τους συγκρατούσαν κορδέλες από βιολέτες και παπαρούνες. Κάθε απόγευμα τραγουδούσαν και ξεσήκωναν όλο το χωριό. Συνέχιζαν να τραγουδούν ακόμη κι όταν κάποια παιδιά δεν ξαναγύριζαν ποτέ στο σπίτι τους, απ’ το θαλασσινό τους μπάνιο». Εκείνη τη στιγμή η γιαγιά μου, διέκοψε την αφήγηση και μου ‘δωσε νερό. Είχα αλλάξει δεκάδες χρώματα γιατί η τελευταία φράση μου δημιούργησε έναν αόρατο φόβο. 
Συνέχισε η μοναδική γιαγιά μου «Κάποτε στο χωριό είχε έρθει ένα ζευγάρι με δυο κοριτσάκια. Καλοί άνθρωποι αλλά φτωχοί. Δεν χώραγαν στα μάτια των περισσότερων. Οι κάτοικοι του χωριού δεν έδιναν σημασία ούτε στα μικρά χαριτωμένα κοριτσάκια. Έπαιζαν μόνα τους στην αυλή ενός χαμόσπιτου όπου διέμεναν. Όταν έπαιζαν γέλαγαν και τραγουδούσαν γιατί είχαν μάθει να είναι χαρούμενα με τα λίγα που είχαν. Οι πιο ψηλομύτα του χωριού, ένα απόγευμα τους έκαναν πολύ αυστηρή παρατήρηση. Τα κοριτσάκια έβαλαν τα κλάματα και έτρεξαν να κρυφτούν στην αγκαλιά της μανούλας τους. Η μάνα ένιωσε την ψυχή της να ματώνει, για την κακιά της μοίρα που τους έδιωξε από τα μέρη τους. Λίγο αργότερα, μετά από μέρες με υψηλό πυρετό, ο πατέρας τους άφησε χρόνους. Οι προύχοντες του χωριού, αντί να δείξουν συμπόνια μετά από αυτό το χτύπημα στην οικογένεια, έγιναν ακόμη πιο σκληροί και αδιάφοροι. Ο άνθρωπος που δεν έχει μάθει να συμπονά, είναι σκληρότερος κι από τους βράχους. Η μάνα που έβλεπε τα κοριτσάκια της να παραμένουν κλεισμένα, να ντρέπονται να βγουν πάλι να τρέξουν, μαράζωνε. Ήταν καλοκαίρι όταν μετά από έναν εφιάλτη κατάλαβε ότι θα φύγει κι αυτή απ’ τη ζωή. Μ’ αυτόν τον φόβο, πήγε ταπεινά και χτύπησε την πόρτα της γειτόνισσας, ώστε να της μιλήσει για να διαφοροποιηθεί το άδικα ψυχρό κλίμα, εναντίον τους. Εκείνη όχι μόνο δεν τους άνοιξε, αλλά έστειλε την υπηρέτρια να την διώξει. Η πληγωμένη γυναίκα όλη τη νύχτα δεν κοιμήθηκε. Από τη μια επικαλούνταν την Παναγία κι απ’ την άλλη την έπνιγε η πίκρα της αδικίας. Το πρωί αποφάσισε να της ξαναχτυπήσει του κουδούνι και να τη συναντήσει. Αποφασισμένη σαν χείμαρρος πραγματοποίησε το σχέδιό της. Ανέβηκε επάνω, αφού δεν μπόρεσε κανείς να τη σταματήσει και της είπε «να θυμάσαι κυρά μου, πως οι κόρες μου θα γίνουν πεντάμορφες και θα κυβερνάνε τα πέλαγα. Όσους τις πίκραναν μέσω της θάλασσας θα τους πικράνουν». Η αντιπαθητική γειτόνισσα άρχισε να ουρλιάζει και να τη σπρώχνει». Έτσι κοριτσάκι μου γρήγορα οι καταστάσεις άλλαξαν. «Μετά από λίγο καιρό τα όμορφα κορίτσια, ορφάνεψαν και από μάνα. Η ψυχή της όμως φρόντισε να τις μεταμορφώσει σε Νηρηίδες για να μην τις ενοχλεί κανένας.
Το χειμώνα ούρλιαζαν κι αγρίευαν μέσα από τα κύματα. Την άνοιξη και το καλοκαίρι τραγουδούσαν. Όταν πήγαιναν τα παιδιά στη θάλασσα, αυτές τα παρακολουθούσαν πότε σαν πεταλούδες στα αρμυρίκια, πότε σαν μικρά ψαράκια στα ρηχά νερά. Ένα απόγευμα τα παιδιά της πλούσιας αλλά άπονης κυρίας πήγαν μαζί με την παρέα τους για μπάνιο. Έδειχναν να μην αγαπούν τη φύση καθώς κλότσαγαν την άμμο, δημιουργούσαν λακκούβες στην ακροθαλασσιά, ταράζοντας έτσι τη ζωή των μικρών ψαριών. Άσε κόρη μου, που όταν έβλεπαν τα μεγάλα κύματα να έρχονται, φώναζαν και έλεγαν ότι δεν τα φοβούνται, αφού μπροστά τους τίποτα δεν είναι δυνατότερο. Οι δυο αδερφές, τους σφύριξαν μέσω του κύματος να μην δείχνουν ασέβεια στα στοιχεία της φύσης. Εκείνα όμως έδειχναν πως δεν καταλάβαιναν. Αυτό το δρόμο, τους είχαν διδάξει οι γονείς τους. Τα παιδιά δεν ξαναγύρισαν στο χωριό ενώ ένας γλυκός ήχος σαν πασχαλινή δέηση έβγαινε από το υγρό στοιχείο. Όλοι οι κάτοικοι αναστατώθηκαν. Έτρεξαν κι απ’ τα γύρω χωριά. Μάταια προσπαθούσαν να τα αναζητήσουν. Τότε η αλαζονική γυναίκα, κάλεσε τους συγχωριανούς της και τους εξομολογήθηκε όλα όσα είχαν συμβεί με τη φτωχή οικογένεια. Παραδέχτηκε την άκαρδη συμπεριφορά της και την ¨υπόσχεση¨ της πονεμένης μάνας. Οι Νηρηίδες είχαν πάρει τα παιδιά στο κάστρο τους, στο βυθό της θάλασσας. Η ψηλομύτα έκλαιγε μέρα – νύχτα. Το πρώτο βράδυ, της άσπρισαν τα μαλλιά. Χάρισε στους φτωχούς όλα τα χρυσαφικά της. Μια ηλικιωμένη κυρία από ένα άλλο χωριό, άνθρωπος αγνός του θεού, την επισκέφτηκε και της είπε να προσευχηθεί ζητώντας αληθινή μετάνοια για την άδικη συμπεριφορά προς την ταλαιπωρημένη εκείνη μάνα. Η προσευχή της εισακούστηκε και το επόμενο βράδυ, είδε τη μάνα που είχε πικράνει, στον ύπνο της να την προτρέπει να πάει στην ακροθαλασσιά την επόμενη μέρα. Εκεί την περίμεναν οι Νηρηίδες που της είπαν πως κάθε απόγευμα θα μπορεί να βλέπει τα παιδιά της». Η γιαγιά μου έβλεπε τα δάκρυα να τρέχουν απ’ τα μάτια μου και μ’ αγκάλιασε.

Ν’ αγαπάς τον άνθρωπο παιδί μου και όχι την ύλη. Όταν αγαπάς, η αγάπη θα σε συντροφεύει. Όταν μισείς και περιφρονείς, πάντα θα ελλοχεύει ο κίνδυνος του κακού. Να σέβεσαι τη φύση, καθόσον η δύναμή της είναι αξεπέραστη». Αυτά τα λόγια ρίζωσαν για πάντα μέσα μου.

Υ.Σ Οι φωτογραφίες προέρχονται από γενική διαδικτυακή αναζήτηση.

Λαγκάδια, κάνοντας στάση για γλυκό!

Τα Λαγκάδια Αρκαδίας, είναι γνωστό ιστορικό και γραφικό χωριό. Ένας τόπος, γεμάτος από ενέργεια η οποία ριζώνει στις εποχές των θρύλων σχετι...